Του Νίκου Κοτζιά
Ποιο είναι το κεντρικό πρόβλημα της χώρας;
Κεντρικό πρόβλημα της Ελλάδας είναι η κυριαρχία και ο τρόπος κυριαρχίας μιας μικρής ομάδας πλούτου που έχει μάθει να λεηλατεί το δημόσιο και αν χρειαστεί ακόμα και τις δικές της, ιδιωτικές εταιρείες. Ελέγχει τα ΜΜΕ και τις χρηματοπιστωτικές ροές προς την αγορά. Αυτό έχει ως συνέπεια να μην λειτουργεί ορθολογικά κανένας από τους τρεις εν δυνάμει μοχλούς ανάπτυξης. Το Ελληνικό δημόσιο δεν είναι καν ένα «καπιταλιστικό κράτος της προκοπής». Περισσότερο μεσολαβεί ανάμεσα σε συμφέροντα και προωθεί ανακατανομές εισοδήματος και πλούτου, παρά φροντίζει «τα γενικά συμφέροντα» του συστήματος. Η ιδιαιτερότητα του ελληνικού κράτους είναι ότι το έχουν ιδιοποιηθεί ορισμένα συμφέροντα ως μηχανισμό ικανοποίησης των ιδίων αναγκών τους. Οι τράπεζες δρουν περισσότερο ως τοκογλύφοι, παρά ως μηχανισμοί ανάπτυξης, ή έστω στήριξης ενός νέου κύματος επενδύσεων. Η δε αγορά, είναι δυσλειτουργική εξαιτίας της πολιτικής των τραπεζών και του δημοσίου, όπως ήδη περιέγραψα. Μια αγορά στην οποία είναι δύσκολο να μπουν νέοι επιχειρηματίες. Η γραφειοκρατία και η έλλειψη χρηματοδότησης αποτελούν τροχοπέδη.Το σύμπλεγμα συμφερόντων, ή αλλιώς διαπλοκή, αποτελεί τον πυρήνα του ελληνικού προβλήματος. Με την κατοχή σημαντικών ΜΜΕ περνά τα ιδιωτικά του συμφέροντα ως ανάγκες για τη χώρα. Σε αυτό διευκολύνεται διότι, επιπλέον, ασκεί σημαντικό έλεγχο σε τμήματα του πάλαι πότε δικομματισμού, και όχι μόνο. Πρόκειται για ένα μειοψηφικό σύμπλεγμα το οποίο διαθέτει ισχύ, χρήμα, πληροφορίες, αθέατα στηρίγματα και τις πλάτες της τρόικας. Στηριγμένο σε αυτά τα μέσα προσπαθεί παρά την πολιτική του ήττα να εμφανίσει τον εαυτό του ως εθνική αναγκαιότητα και κάθε άλλη επιλογή ως καταστροφή της χώρας. Με μονόπλευρη πληροφόρηση, εκβιασμούς και εκφοβισμούς προσπαθεί να φορτώσει σε όλους τους υπόλοιπους τις ευθύνες για την κατάσταση που εκείνο, δηλαδή, αυτό το σύμπλεγμα εξουσίας, δημιούργησε, να δώσει αυταρχικές απαντήσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζει και τα οποία συνδέονται με τις επερχόμενες μεταβολές στο πολιτικό σκηνικό.
2.Αλλαγές στο Πολιτικό σκηνικό
Εάν εξετάσει κανείς με προσοχή της στατιστικές σειρές των εκλογών θα καταλάβει την βαθιά ρήξη που έφεραν τα εκλογικά αποτελέσματα. Από το 1981 μέχρι πρόσφατα, ο δικομματισμός κινήθηκε ανάμεσα στο 77%-87% των ψήφων, με έναν μέσο όρο περίπου στο 84%. Στις εκλογές της 6 Μαΐου έλαβαν τα δύο αυτά κόμματα 32,1%, δηλαδή, λιγότερο από το μισό του ιστορικού τους μέσου όρου. Εξίσου ενδιαφέρουσες σειρές μας προκύπτουν αν προσθέσουμε στον δικομματισμό τις πολιτικές δυνάμεις που κινούνται δορυφορικά γύρο του. Μαζί με αυτές, ο δικομματισμός κινήθηκε τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στο 81% και το 91%! Στις πρόσφατες εκλογές έλαβε αυτό το σύνολο μόλις το 39,2% των ψήφων.Στην άλλη πλευρά, η αριστερά του ΚΚΕ, ΚΚΕ Εσωτερικού, ΕΑΡ και Σύριζα κινήθηκε αυτή την τριακονταετία ανάμεσα στο 7-13%. Στις 6.5. έλαβε (ΚΚΕ, Σύριζα και ΔΗΜΑΡ) 32,4% των ψήφων, δηλαδή, υπερτριπλασίασε τα ποσοστά της. Αντίστοιχα, η ευρύτερη αριστερά, μαζί με κόμματα και κινήσεις προερχόμενα από τα αριστερά του ΠΑΣΟΚ καθώς και τους Οικολόγους Πράσινους, κινήθηκαν τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στο 8% και το 15,2% των ψήφων. Στις 6.5 έλαβε 37,4%.Τέλος, ένα τρίτο στοιχείο είναι ότι η πτώση του ενός πόλου του δικομματισμού, του ΠΑΣΟΚ, συνοδεύεται με την αποδιοργάνωση του άλλου. Το ΛΑΟΣ, ένα κόμμα εν μέρει από τα σπλάχνα της ΝΔ και με πιθανή προοπτική την ενσωμάτωση του σ’ αυτή, βρέθηκε εκτός βουλής. Αντίθετα εισήλθε η Χρυσή Αυγή ένα κόμμα ακροδεξιό, που δεν προέρχεται από την ΝΔ. Από την άλλη πλευρά, έχει δημιουργηθεί ένας χώρος νεοφιλελεύθερων κομμάτων που συνεργάζονται χωρίς ντροπές με την τρόικα. Τέλος μεγάλη επιτυχία είχαν οι Ανεξάρτητοι Ελληνες, ένα κόμμα της λαϊκής δεξιάς με παράγοντες και από άλλους χώρους, που πρόβαλλε αντιμνημονιακό λόγο λαμβάνοντας διψήφιο αριθμό ποσοστών.Από τα πιο πάνω ποσοστά γίνεται φανερό ότι υπάρχει ένα ιστορικών διαστάσεων ρήγμα στην διάταξη του πολιτικού συστήματος. Το μεγάλο ερώτημα είναι αν αυτό το ρήγμα έχει μόνιμο χαρακτήρα ή όχι. Κατά τη γνώμη μου, το πολιτικό σύστημα βρίσκεται σε μεταβατική φάση. Έχει ανοίξει ένας δρόμος, αλλά δεν έχει κλείσει και η οδός της επιστροφής. Το τι θα γίνει τελικά, θα εξαρτηθεί από την θέληση και ικανότητα των ίδιων των πολιτικών δυνάμεων, ιδιαίτερα εκείνων που κέρδισαν στις προηγούμενες εκλογές.
Οι μετεκλογικοί προσανατολισμοί
Το σύμπλεγμα συμφερόντων, εμφάνιζε την μεγάλη άνοδο της αριστεράς και την ήττα του δικομματισμού, ως την απόφαση του λαού να ψηφίσει «συνεργασίες» των αντιμνημονιακών δυνάμεων με τον δικομματισμό. Την σαφή απόρριψη του μνημονίου από το εκλογικό σώμα ως επιλογή να επανέλθει ο δικομματισμός σε κυβέρνηση συνεργασίας και να «διαπραγματευτεί» και αυτός τα μνημόνια, που έχει υπογράψει και είχε διακηρύξει ότι είναι μονόδρομος. Τέλος, την καταδίκη των προσώπων που κυβερνούν εδώ και δεκαετίες τη χώρα και την κατέστρεψαν την αποσιώπησε παντελώς.Το σύμπλεγμα συμφερόντων, ή αλλιώς διαπλοκή, έδειξε κατά καιρούς να αντιπαθεί τον Σαμαρά και να φοβάται την αριστερά. Σήμερα ανάμεσα στα δύο το δεύτερο του είναι σημαντικότερο. Προσπαθεί, λοιπόν, να πετύχει ταυτόχρονα δύο στόχους, αφενός να δυναμώσει η ΝΔ, προκειμένου να μην βγει πρώτο κόμμα ο Σύριζα και λάβει το μπόνους των 50 εδρών (αριθμητική προϋπόθεση για να κυβερνήσει μια πολιτική δύναμη). Αφετέρου να μην δυναμώσει τόσο ο Σαμαράς και καταστεί ανεξέλεγκτος. Έτσι τα πιο τροϊκανά κόμματα, όπως αυτό του κ.Μάνου, βάζει ως προαπαιτούμενο επιστροφής στη ΝΔ την παραίτηση Σαμαρά από την ηγεσία της. Την διττή αυτή εξίσωση, η διαπλοκή και η τρόικα προσπαθούν να τη λύσουν με δύο ενέργειες. Αφενός να συμπιεστούν τα κόμματα που δεν ελέγχονται, όπως είναι εκείνο των «Ανεξάρτητων Ελλήνων», ώστε να απολέσουν ψήφους προς τα δεξιά, καθώς και να ενταχθεί το ΛΑΟΣ ή δυνάμεις του στη ΝΔ, και αφετέρου να δημιουργηθεί ένα «ενδιάμεσο» κόμμα που να προσθέσει στις επόμενες εκλογές έδρες στον δικομματισμό.Το σχέδιο αυτό έχει ορισμένα αδύναμα σημεία. Εξάλλου δεν θα είναι η πρώτη φορά που οι ασκήσεις επί χάρτου αποτυχαίνουν. Καταρχάς ακόμα και αν πιεστεί ο κόσμος των Ανεξάρτητων Ελλήνων κανείς δεν δίνει εγγυήσεις στην διαπλοκή ότι θα ψηφίσουν την ΝΔ. Το δεύτερο είναι, ότι το ένα φιλελεύθερο κόμμα προβλέπεται να κινηθεί -εφόσον οι δυνάμεις του δεν ενταχθούν στη ΝΔ-, ανάμεσα στην τελευταία και το ΠΑΣΟΚ. Όμως, το τελευταίο εξακολουθεί να βρίσκεται σε κάθετη πτώση η οποία δημιουργεί πρόβλημα στην υλοποίηση του όλου σχεδίου. Αυτές οι δυσκολίες πιθανόν να ισχυροποιήσουν τη ροή του όλου συστήματος προς τον αυταρχισμό και την ενίσχυση μηχανισμών και λειτουργίας έκτακτης ανάγκης. Κάτι τέτοιο, όμως, θα έχει εξίσου αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία με τυχόν κατάσταση χάους.Η δημοκρατική αντιμνημονιακή πλευρά του συστήματος εξήλθε κερδισμένη από τις εκλογές. Σε «συστατικά» της ασκούνται αφόρητες πιέσεις. Στόχος η μετακίνηση τους προς το σύστημα καθώς και η εκλογική συμπίεση του Σύριζα. Το ΚΚΕ, δυστυχώς, αντί να κάνει ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης, έχει βγάλει από το σεντούκι του μια πολιτική τάχα συνταγή για κάθε περίπτωση όσο υπάρχει καπιταλισμός και που να μην θυμίζει τα του 1989. Μόνο που όσο λάθος ήταν το 1989 η πολιτική της συγκυβέρνησης, άλλο τόσο λάθος είναι η σημερινή πολιτική άρνησης της συνεργασίας της αριστεράς. Νομίζω ότι έχει προτάξει τους λόγους που αντιπαθεί πολιτικά άλλες αριστερές δυνάμεις και όχι τις ανάγκες της χώρας καθώς και την ενωμένη απόκρουση πιθανών σφοδρών επιθέσεων της διαπλοκής με τη βοήθεια της τρόικας.Η ζωή είναι γεμάτο αντιφάσεις. Αυτό ισχύει και για την πολιτική σκηνή. Ο Σύριζα ο μεγάλος νικητής των εκλογών που έγιναν στις 6.5, αποκάλυψε, και αυτό ήταν σε ένα βαθμό αναμενόμενο, από την επομένη τις εσωτερικές του αντιθέσεις και ορισμένες αδυναμίες. Το γεγονός ότι δεν είναι ένα ενιαίο κόμμα το πληρώνει σήμερα με πολυγλωσσία και παρεμβάσεις από ορισμένα στελέχη του που είναι το λιγότερο επιπόλαιες. Πληρώνει ακόμα την στάση που κράτησε απέναντι σε εν δυνάμει σύμμαχες δυνάμεις. Το γεγονός ότι ουσιαστικά αρνήθηκε τις ισότιμες συνεργασίας και προσπάθησε περισσότερο πίσω από μια ταμπέλα ενότητας να τσιμπολογήσει προσωπικότητες από τον χώρο της δημοκρατικής παράταξης, τον οδήγησε σήμερα να μην έχει ουσιαστικούς πολιτικούς συμμάχους προκειμένου να βγει τόσο η αριθμητική των συμμαχιών, όσο και η πολιτική ενός μεγάλου τόξου δυνάμεων που με γνώση, πρόγραμμα και σχέδιο θα προωθήσουν τις αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος.
Κεντρικό πρόβλημα της Ελλάδας είναι η κυριαρχία και ο τρόπος κυριαρχίας μιας μικρής ομάδας πλούτου που έχει μάθει να λεηλατεί το δημόσιο και αν χρειαστεί ακόμα και τις δικές της, ιδιωτικές εταιρείες. Ελέγχει τα ΜΜΕ και τις χρηματοπιστωτικές ροές προς την αγορά. Αυτό έχει ως συνέπεια να μην λειτουργεί ορθολογικά κανένας από τους τρεις εν δυνάμει μοχλούς ανάπτυξης. Το Ελληνικό δημόσιο δεν είναι καν ένα «καπιταλιστικό κράτος της προκοπής». Περισσότερο μεσολαβεί ανάμεσα σε συμφέροντα και προωθεί ανακατανομές εισοδήματος και πλούτου, παρά φροντίζει «τα γενικά συμφέροντα» του συστήματος. Η ιδιαιτερότητα του ελληνικού κράτους είναι ότι το έχουν ιδιοποιηθεί ορισμένα συμφέροντα ως μηχανισμό ικανοποίησης των ιδίων αναγκών τους. Οι τράπεζες δρουν περισσότερο ως τοκογλύφοι, παρά ως μηχανισμοί ανάπτυξης, ή έστω στήριξης ενός νέου κύματος επενδύσεων. Η δε αγορά, είναι δυσλειτουργική εξαιτίας της πολιτικής των τραπεζών και του δημοσίου, όπως ήδη περιέγραψα. Μια αγορά στην οποία είναι δύσκολο να μπουν νέοι επιχειρηματίες. Η γραφειοκρατία και η έλλειψη χρηματοδότησης αποτελούν τροχοπέδη.Το σύμπλεγμα συμφερόντων, ή αλλιώς διαπλοκή, αποτελεί τον πυρήνα του ελληνικού προβλήματος. Με την κατοχή σημαντικών ΜΜΕ περνά τα ιδιωτικά του συμφέροντα ως ανάγκες για τη χώρα. Σε αυτό διευκολύνεται διότι, επιπλέον, ασκεί σημαντικό έλεγχο σε τμήματα του πάλαι πότε δικομματισμού, και όχι μόνο. Πρόκειται για ένα μειοψηφικό σύμπλεγμα το οποίο διαθέτει ισχύ, χρήμα, πληροφορίες, αθέατα στηρίγματα και τις πλάτες της τρόικας. Στηριγμένο σε αυτά τα μέσα προσπαθεί παρά την πολιτική του ήττα να εμφανίσει τον εαυτό του ως εθνική αναγκαιότητα και κάθε άλλη επιλογή ως καταστροφή της χώρας. Με μονόπλευρη πληροφόρηση, εκβιασμούς και εκφοβισμούς προσπαθεί να φορτώσει σε όλους τους υπόλοιπους τις ευθύνες για την κατάσταση που εκείνο, δηλαδή, αυτό το σύμπλεγμα εξουσίας, δημιούργησε, να δώσει αυταρχικές απαντήσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζει και τα οποία συνδέονται με τις επερχόμενες μεταβολές στο πολιτικό σκηνικό.
2.Αλλαγές στο Πολιτικό σκηνικό
Εάν εξετάσει κανείς με προσοχή της στατιστικές σειρές των εκλογών θα καταλάβει την βαθιά ρήξη που έφεραν τα εκλογικά αποτελέσματα. Από το 1981 μέχρι πρόσφατα, ο δικομματισμός κινήθηκε ανάμεσα στο 77%-87% των ψήφων, με έναν μέσο όρο περίπου στο 84%. Στις εκλογές της 6 Μαΐου έλαβαν τα δύο αυτά κόμματα 32,1%, δηλαδή, λιγότερο από το μισό του ιστορικού τους μέσου όρου. Εξίσου ενδιαφέρουσες σειρές μας προκύπτουν αν προσθέσουμε στον δικομματισμό τις πολιτικές δυνάμεις που κινούνται δορυφορικά γύρο του. Μαζί με αυτές, ο δικομματισμός κινήθηκε τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στο 81% και το 91%! Στις πρόσφατες εκλογές έλαβε αυτό το σύνολο μόλις το 39,2% των ψήφων.Στην άλλη πλευρά, η αριστερά του ΚΚΕ, ΚΚΕ Εσωτερικού, ΕΑΡ και Σύριζα κινήθηκε αυτή την τριακονταετία ανάμεσα στο 7-13%. Στις 6.5. έλαβε (ΚΚΕ, Σύριζα και ΔΗΜΑΡ) 32,4% των ψήφων, δηλαδή, υπερτριπλασίασε τα ποσοστά της. Αντίστοιχα, η ευρύτερη αριστερά, μαζί με κόμματα και κινήσεις προερχόμενα από τα αριστερά του ΠΑΣΟΚ καθώς και τους Οικολόγους Πράσινους, κινήθηκαν τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στο 8% και το 15,2% των ψήφων. Στις 6.5 έλαβε 37,4%.Τέλος, ένα τρίτο στοιχείο είναι ότι η πτώση του ενός πόλου του δικομματισμού, του ΠΑΣΟΚ, συνοδεύεται με την αποδιοργάνωση του άλλου. Το ΛΑΟΣ, ένα κόμμα εν μέρει από τα σπλάχνα της ΝΔ και με πιθανή προοπτική την ενσωμάτωση του σ’ αυτή, βρέθηκε εκτός βουλής. Αντίθετα εισήλθε η Χρυσή Αυγή ένα κόμμα ακροδεξιό, που δεν προέρχεται από την ΝΔ. Από την άλλη πλευρά, έχει δημιουργηθεί ένας χώρος νεοφιλελεύθερων κομμάτων που συνεργάζονται χωρίς ντροπές με την τρόικα. Τέλος μεγάλη επιτυχία είχαν οι Ανεξάρτητοι Ελληνες, ένα κόμμα της λαϊκής δεξιάς με παράγοντες και από άλλους χώρους, που πρόβαλλε αντιμνημονιακό λόγο λαμβάνοντας διψήφιο αριθμό ποσοστών.Από τα πιο πάνω ποσοστά γίνεται φανερό ότι υπάρχει ένα ιστορικών διαστάσεων ρήγμα στην διάταξη του πολιτικού συστήματος. Το μεγάλο ερώτημα είναι αν αυτό το ρήγμα έχει μόνιμο χαρακτήρα ή όχι. Κατά τη γνώμη μου, το πολιτικό σύστημα βρίσκεται σε μεταβατική φάση. Έχει ανοίξει ένας δρόμος, αλλά δεν έχει κλείσει και η οδός της επιστροφής. Το τι θα γίνει τελικά, θα εξαρτηθεί από την θέληση και ικανότητα των ίδιων των πολιτικών δυνάμεων, ιδιαίτερα εκείνων που κέρδισαν στις προηγούμενες εκλογές.
Οι μετεκλογικοί προσανατολισμοί
Το σύμπλεγμα συμφερόντων, εμφάνιζε την μεγάλη άνοδο της αριστεράς και την ήττα του δικομματισμού, ως την απόφαση του λαού να ψηφίσει «συνεργασίες» των αντιμνημονιακών δυνάμεων με τον δικομματισμό. Την σαφή απόρριψη του μνημονίου από το εκλογικό σώμα ως επιλογή να επανέλθει ο δικομματισμός σε κυβέρνηση συνεργασίας και να «διαπραγματευτεί» και αυτός τα μνημόνια, που έχει υπογράψει και είχε διακηρύξει ότι είναι μονόδρομος. Τέλος, την καταδίκη των προσώπων που κυβερνούν εδώ και δεκαετίες τη χώρα και την κατέστρεψαν την αποσιώπησε παντελώς.Το σύμπλεγμα συμφερόντων, ή αλλιώς διαπλοκή, έδειξε κατά καιρούς να αντιπαθεί τον Σαμαρά και να φοβάται την αριστερά. Σήμερα ανάμεσα στα δύο το δεύτερο του είναι σημαντικότερο. Προσπαθεί, λοιπόν, να πετύχει ταυτόχρονα δύο στόχους, αφενός να δυναμώσει η ΝΔ, προκειμένου να μην βγει πρώτο κόμμα ο Σύριζα και λάβει το μπόνους των 50 εδρών (αριθμητική προϋπόθεση για να κυβερνήσει μια πολιτική δύναμη). Αφετέρου να μην δυναμώσει τόσο ο Σαμαράς και καταστεί ανεξέλεγκτος. Έτσι τα πιο τροϊκανά κόμματα, όπως αυτό του κ.Μάνου, βάζει ως προαπαιτούμενο επιστροφής στη ΝΔ την παραίτηση Σαμαρά από την ηγεσία της. Την διττή αυτή εξίσωση, η διαπλοκή και η τρόικα προσπαθούν να τη λύσουν με δύο ενέργειες. Αφενός να συμπιεστούν τα κόμματα που δεν ελέγχονται, όπως είναι εκείνο των «Ανεξάρτητων Ελλήνων», ώστε να απολέσουν ψήφους προς τα δεξιά, καθώς και να ενταχθεί το ΛΑΟΣ ή δυνάμεις του στη ΝΔ, και αφετέρου να δημιουργηθεί ένα «ενδιάμεσο» κόμμα που να προσθέσει στις επόμενες εκλογές έδρες στον δικομματισμό.Το σχέδιο αυτό έχει ορισμένα αδύναμα σημεία. Εξάλλου δεν θα είναι η πρώτη φορά που οι ασκήσεις επί χάρτου αποτυχαίνουν. Καταρχάς ακόμα και αν πιεστεί ο κόσμος των Ανεξάρτητων Ελλήνων κανείς δεν δίνει εγγυήσεις στην διαπλοκή ότι θα ψηφίσουν την ΝΔ. Το δεύτερο είναι, ότι το ένα φιλελεύθερο κόμμα προβλέπεται να κινηθεί -εφόσον οι δυνάμεις του δεν ενταχθούν στη ΝΔ-, ανάμεσα στην τελευταία και το ΠΑΣΟΚ. Όμως, το τελευταίο εξακολουθεί να βρίσκεται σε κάθετη πτώση η οποία δημιουργεί πρόβλημα στην υλοποίηση του όλου σχεδίου. Αυτές οι δυσκολίες πιθανόν να ισχυροποιήσουν τη ροή του όλου συστήματος προς τον αυταρχισμό και την ενίσχυση μηχανισμών και λειτουργίας έκτακτης ανάγκης. Κάτι τέτοιο, όμως, θα έχει εξίσου αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία με τυχόν κατάσταση χάους.Η δημοκρατική αντιμνημονιακή πλευρά του συστήματος εξήλθε κερδισμένη από τις εκλογές. Σε «συστατικά» της ασκούνται αφόρητες πιέσεις. Στόχος η μετακίνηση τους προς το σύστημα καθώς και η εκλογική συμπίεση του Σύριζα. Το ΚΚΕ, δυστυχώς, αντί να κάνει ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης, έχει βγάλει από το σεντούκι του μια πολιτική τάχα συνταγή για κάθε περίπτωση όσο υπάρχει καπιταλισμός και που να μην θυμίζει τα του 1989. Μόνο που όσο λάθος ήταν το 1989 η πολιτική της συγκυβέρνησης, άλλο τόσο λάθος είναι η σημερινή πολιτική άρνησης της συνεργασίας της αριστεράς. Νομίζω ότι έχει προτάξει τους λόγους που αντιπαθεί πολιτικά άλλες αριστερές δυνάμεις και όχι τις ανάγκες της χώρας καθώς και την ενωμένη απόκρουση πιθανών σφοδρών επιθέσεων της διαπλοκής με τη βοήθεια της τρόικας.Η ζωή είναι γεμάτο αντιφάσεις. Αυτό ισχύει και για την πολιτική σκηνή. Ο Σύριζα ο μεγάλος νικητής των εκλογών που έγιναν στις 6.5, αποκάλυψε, και αυτό ήταν σε ένα βαθμό αναμενόμενο, από την επομένη τις εσωτερικές του αντιθέσεις και ορισμένες αδυναμίες. Το γεγονός ότι δεν είναι ένα ενιαίο κόμμα το πληρώνει σήμερα με πολυγλωσσία και παρεμβάσεις από ορισμένα στελέχη του που είναι το λιγότερο επιπόλαιες. Πληρώνει ακόμα την στάση που κράτησε απέναντι σε εν δυνάμει σύμμαχες δυνάμεις. Το γεγονός ότι ουσιαστικά αρνήθηκε τις ισότιμες συνεργασίας και προσπάθησε περισσότερο πίσω από μια ταμπέλα ενότητας να τσιμπολογήσει προσωπικότητες από τον χώρο της δημοκρατικής παράταξης, τον οδήγησε σήμερα να μην έχει ουσιαστικούς πολιτικούς συμμάχους προκειμένου να βγει τόσο η αριθμητική των συμμαχιών, όσο και η πολιτική ενός μεγάλου τόξου δυνάμεων που με γνώση, πρόγραμμα και σχέδιο θα προωθήσουν τις αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος.
πηγη epirusgate