Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

ΣΤΟΠ!! Ψηλά το κεφάλι ωρεεεέ!! Η Ελλάδα δεν δίνει μετανάστες.

«Απογοήτευση, δεν έχω πια λόγια, κουράστηκε η ψυχή μου…»

Αφιέρωμα από τον επαναπατριζόμενο Θεσσαλό Πολίτη Βάιος Φασούλα 

Λόγια που σφύζουν στον διαδικτυακό χώρο, μύριες οι αντιπαραθέσεις ιδεών και προβληματισμών μεταξύ των χρηστών στο άκουσμα μιας «νέας μετανάστευσης» από το «κράτος» των Πατρικίων-ληστών και των …αρχόντων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΤΑ). Σε τέτοιου είδους παρανοϊκά ακούσματα δυναμώνει η οργή και η αγανάκτηση των Πολιτών και συμπυκνώνει τη δύναμη της ανατροπής των εν Ελλάδι υπαλλήλων της ευρωπαϊκής μέδουσας και όλων των υποταχτικών της. Αλίμονο σε όποιον που δεν την έχει αντιληφθεί.
Ψηλά το κεφάλι ωρεεεέ!! Μας βλέπουν, μας διαβάζουν και ας μας γράφουν στα αχαμνά τους. Ό, τι και να κάνουν, μαζί με την «αυτοκρατορία» της λαμογιάς, φτάνουν στο τέλος τους. Και η δικαιοσύνη το επιβεβαιώνει και το χτύπημα των σφυριών της το επισφραγίζει. Και αυτό το ξέρουν. Και η τρίχα στα κορμιά τους έχει γίνει κάγκελο. Εξού και οι επιδρομές-επιθέσεις τους σε όλα τα μέτωπα με το καινουριότερο, αυτό της «νέας μετανάστευσης», που δείχνει ξεκάθαρα πόσο υπόδουλοι είναι στους ευρωπαίους. Αυτή, η αφαιμακτική μέθοδος μιας «νέας μετανάστευσης» είναι ένα από κάθε άποψη γερμανικό στήσιμο στον τοίχο των νέων και αποτελεί το τελευταίο τους βρωμοχαρτί που παίζουνε και, εκ των πραγμάτων, εντάσσεται, και αυτό, μαζί με τον δικό τους Ξηρό, στον αστερισμό της κυβερνητικής τρομοκρατίας. Να αδειάσουνε την Ελλάδα, να, όπως έγινε παλιότερα και για το φρεσκάρισμα και τη συντήρηση της μνήμης λίγες εικόνες των περασμένων δεκαετιών του 20ου αιώνα, των ελληνικών μεταναστευτικών κυμάτων που άδειασαν την Ελλάδα:
……………
‘Ερήμωσε ο μαχαλάς κι εκείνο το χωριό σα να ’πεσε πανούκλα.                                    
Το άλλο που ’ναι απέναντι επάνω στο βουνό.  / Το άλλο που είναι πιο βαθιά μες στ’ άγριο φαράγγι.  /  Και κείνο που απλώνεται δίπλα απ’ την ποταμιά, που όταν αυτή ξερνά, πνίγει με λάσπες, κούτσουρα, ανθρώπους, ζώα και χωριά.   / Και τούτο δω σαν ορφανό, δεν έχει ούτε σχολειό, ούτε εκκλησιά, γιατρό.  / Μόνο τα νιάτα δείχνουνε πως είναι ζωντανά  μέσα στην ερημιά, να μένουνε χωρίς δουλειά,  / χωρίς μια αυλακιά γης, να κουβαλούν αόρατα 
τη μαύρη τους τη μοίρα και πνίγονται βαθιά  / στη φτώχεια τη βαριά και στην ανυπαρξία.    Όλα ερήμωσαν με μιας σα να ’πεσε κατάρα!   / Έφυγε ο νιος, έφυγε η νια, άδειασαν όλα τα χωριά κι οι μικροπολιτείες,  / μένει ο γέρος μοναχός με συντροφιά το σκύλο, μένει κι η μάνα ορφανή, της φεύγει το παιδί,   /   ένα μαχαίρι δίκοπο της σφάζει την ψυχή.
Πέφτουν τ’ αναστενάγματα, απλώθηκαν παντού,  πικρά τ’ αναφιλητά απόλυσαν
αυλάκια,  /  δάκρυα μικρής κορούλας γίνανε σαν διαμάντια,
της μάνας της ο χωρισμός της χάραξε τα μαύρα του σημάδια.
Μέθυσε ο αγέρας με καημό, γίνεται σαν θεριό,  / όπου γελάστηκε πολύ απ’ το μασκαραλίκι,
αλλιώς φυσούσε στην αρχή, αλλιώς του τα ’χαν πει κι αλλιώς τα βλέπει τώρα. / Έτσι απ’ όλα αυτά, της κοινωνίας ανθρώπινα δεινά, ξημέρωμα γοργό, άκεφο, ωχρό επρόκειτο να γίνει.
Βαριά κι αυτή απ’ την οργή κι απ’ των ανθρώπων / τη χολή, νύχτα κυλά απόψε.
Τ’ αστέρια όλα χάθηκαν, χλωμό φεγγάρι σβήνει,  / ράγισε πάνω ο ουρανός κι έγινε ωχρός, υγρός,/σκοτείνιασε και οργιάζει, αυτό εδώ το άδειασμα κι αυτή η αλλαγή τον πείραξε πολύ.
Ακόμα κι η μέρα η τρανή, που το ’χαν οι φτωχοί / μία φορά το χρόνο να κάνουν
την Ανάσταση ακόμα πιο λαμπρή,  /  σαν έφταναν ομαδικά στης λήθης το αλώνι
και στ’ άλλο της σιωπής,  /  στ’ άλλο της εγκατάλειψης και της υποταγής,
υποταγή που ρύθμιζε της μοίρας το μεθύσι,/ομαδικά ξεσπούσανε στ’ αγκάλιασμα της μέρας
κι όλοι μαζί ξεχνούσανε της φτώχειας την πηγή   /  που γύρναγε ασταμάτητα κι ήταν
ειμαρμένη, εκεί κι αυτή παραδομένη πια άφηνε το κάλλος της να λάμψει,
τα πλούτη όλα χάριζε και μέθαγε η πλάση. / Τα μαγικά τραγούδια τους, βότανα οι χοροί τους, «δώσε ημίν Κύριε» γινόταν χαλασμός,  /  μέθαγε και ο Θεός. / Τώρα ορφάνεψε κι αυτή η μέρα η τρανή, χάνεται μες στη μοναξιά,  χάνεται η ζωή.  /  Το κρουσταλλένιο γέλιο από τις μορφονιές, / στα καραγκουνοχώρια και πέρα στις πλαγιές  / κι ακόμα πιο ψηλά, πάνω στις κορυφές,  όλα σταμάτησαν με μιας, τα σκέπασε μαράζι.  / Οι κάμποι πια μαράθηκαν, δάκρυσαν  τα βουνά / κι αυτό το ρεματάκι που κύλαγε γοργά,  /  σαν έρχονταν η λυγερή και έπαιρνε νερό, / και πιο εκεί κοντά, οι λεύκες, τα πλατάνια   /   που τραγουδούσανε μαζί σέρνοντας το χορό, / στέρεψε πια κι αυτό.   /  Όλα! Και τα πουλιά άλαλα μείναν κι ορφανά. / Και τώρα θε να πέσουνε σε νεκρική σιγή,  /  πένθος βαρύ κι αβάσταχτο, του νέου η φυγή.
Μουντή είναι εδώ η κάμαρη, νύχτα βαριά περνάει, / ωχρό το φως του καντηλιού κανένας
δε γροικιέται,  / χτύποι βαριοί του ρολογιού θυμίζουν τη φυγή, / μέσα στην ησυχία πέφτει βραχνή φωνή και σκίζει την ψυχή:
-Άραγε θα σε ξαναδώ; λέει η φωνή της μάνας και τρέμει όλη η γη….»
(Απόσπασμα. Περισσότερα στο γράφοντα).
Πόσο άσχημο και κακό είναι η επανάληψη! Αυτό γίνεται σήμερα. Μόνο που οι τότε μετανάστες πήραν μαζί τους και την Ελλάδα. Φορτωμένοι με αξίες και ιδανικά, αντιστάθηκαν  στους πειρασμούς των γήινων σατανάδων και στο βαθμό που μπορούσαν στάθηκαν στο πλευρό της παρατείνοντας την ύπαρξή της. Σήμερα τις αξίες τις πεθάνανε. Οι γραικύλοι δε θα μπορούσαν να επικρατήσουν και οι επιδρομές τους θα μοιάζανε τους ίδιους˙ θα ήταν άχρηστες. Με το θάψιμο των αξιών φέρανε και την ερήμωση˙ την κυριολεκτική ζωντανή αφαίμαξη των χωριών˙ την μετανάστευση. Σήμερα θέλουν να την επαναλάβουν στα αστικά κέντρα. Τον λόγο πλέον τον έχουν οι ΓΗΓΕΝΕΙΣ ΠΟΛΙΤΕΣ. Αυτοί οφείλουν να είναι οι πρωταγωνιστές.
Οι Απόδημοι έλληνες δεν μπορούν πλέον να πρωταγωνιστήσουν. Πολλοί «ταξίδεψαν». Πολλοί γεράσανε. Άλλοι αφομοιώθηκαν στις ξένες πατρίδες αφού η μητρόπολη κώφευε, αλληθώριζε και περιφρονούσε τα καλέσματά της. Και ακόμα μια μερίδα νοητικά υγιής μεταναστών της τρίτης γενιάς, στο εδώλιο του κατηγορουμένου, πρώτα καθίζουν τον έλληνα ανοιχτομάτη γηγενή Πολίτη, την απραξία του, την αδιαφορία και το βόλεμα του, εξίσου υπεύθυνο με τις εκάστοτε ανθελληνικές κυβερνήσεις που επέλεγε… Σήμερα διερωτώνται, οι απόδημοι, κατά πόσο είναι έλληνες οι εναπομείναντες έλληνες της τότε καταχνιάς στα τοίχοι των αγρίων. 
Η «νέα μετανάστευση»-αφαίμαξη επιλεγμένων και μη νέων ελλήνων, το μόνο σίγουρο που εξασφαλίζει είναι ο αποκεφαλισμός της Ελλάδας και η ένταξή της στα κλαμπ των ευρωπαίων-δηλαδή θα είναι ένα ασήμαντο χρεοκοπημένο κρατίδιο που οι ληστές το ξεγύμνωσαν και το πούλησαν, ένα κομμάτι της νότιας Ευρώπης, ένα «σύγχρονο» αποικιοκρατικό τμήμα της, ένα καντόνι, μια επαρχία των Βαλκανίων..έχουμε καιρό να την ονομάσουμε. Όσο και να φαίνεται παράξενο ή παρατραβηγμένο, κρατείστε στα ντουλάπια σας το κείμενο, έτσι για την ιστορία.
Εάν και εφόσον το πετύχουνε αυτό και αν εμείς δεν σταματήσουμε την ελεεινή γερμανική προπαγάνδα που σερβίρεται και «εξασφαλίζει» μια «παρένθεση»…, (παρένθεση ΖΩΗΣ ήταν και η δική μας μετανάστευση και τώρα στην πατρίδα μας νιώθουμε νόθοι, γυμνοί και απάτριδες…,) στους νέους μας, δηλαδή μια πρόχειρη όσο και ποταπή μετάβαση στον γερμανικό «παράδεισο», τότε και μόνο τότε δεν θα ’χουμε πλέον κανένα λόγο να συζητάμε. Οι προθέσεις των …εταίρων μας είναι η κυριολεκτική αφαίμαξη σε όλα τα πεδία. Αυτή η μετανάστευση, μάλιστα με ιδιαίτερες προτιμήσεις, θα είναι η χαριστική βολή για την Ελλάδα, όσο και αν αυτό ακούγεται τραβηγμένο. Ψηλά το κεφάλι ωρεεεέ! Χωρίς τη δική μας θέληση τίποτε δεν μπορεί να γίνει. Και αυτοί οι πραίτορες με την τρίχα κάγκελο το γνωρίζουν και μια «νέα μετανάστευση» τους βολεύει…
Εδώ τώρα έχουμε το εξάμηνο «προνόμιο» της προεδρίας της «Ε.Ε.» Δεν είναι της στιγμής να σχολιάσουμε. Εμείς, που έχουμε στο πετσί μας τη Γερμανία και γενικότερα την Ευρώπη, εδώ και χρόνια γράψαμε τον επίλογό μας. Ίσως με την Σαμαροβενιζελική προεδρία γελάσει περισσότερο το παρδαλό κατσίκι διότι περί του θεαθήναι πρόκειται.
ΣΤΟΠ!! Ψηλά το κεφάλι ωρεεεέ!! Η Ελλάδα δεν δίνει μετανάστες.
Ε.Ε. Ελλάδα, Τρίκαλα, Ιανουάριος 22 2014  pelasgos@fasoulas.de   www.fasoulas.de