Δεν γνωρίζω αν οι δανειστές της χώρας πρόλαβαν να διαβάσουν τις επιστολές του κ. Παπανδρέου – μία για την τρόικα και 26 για τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ - πριν λάβουν την τρίτη κατά σειρά απόφαση να μας δώσουν την περίφημη έκτη δόση του δανείου, καθώς και μακροσκελέστατες ήσαν και έφτασαν την τελευταία στιγμή, μόλις την προηγουμένη της συνεδρίασης του Eurogroup.
Υποθέτω πως απλώς θα έριξαν μια ματιά, διότι σίγουρα είχαν μεγαλύτερες σκοτούρες για να στήσουν ευήκοον ους στα ίδια και τα ίδια φληναφήματα.
Υποθέτω επίσης πως δεν τους ενδιέφεραν πραγματικά αυτές οι επιστολές, καθώς γνωρίζουν, έχουν ενημερωθεί, πως η «δέσμευση» αυτή μπορεί να αποδειχθεί άχρηστη πολύ σύντομα, αφού στο ΠΑΣΟΚ έχει ξεσπάσει λυσσαλέα μάχη διαδοχής – πολύ περισσότερο που και στις 27 Οκτωβρίου είχε δεσμευτεί με την υπογραφή του ο κ. Παπανδρέου, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να προκαλέσει την «κρίση του δημοψηφίσματος».
Υποθέτω τέλος, πως οι εκτός ευρωζώνης χώρες ούτε που έριξαν μια ματιά στην δική τους επιστολή, διότι ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΑΝΕΙΣΤΕΣ ΜΑΣ!
Ως γνωστόν, χρήματα μας δανείζουν μόνο οι 16 (πλην Ελλάδας δηλαδή) χώρες που ανήκουν στην ευρωζώνη. Με αυτές έχουμε υπογράψει το Μνημόνιο – αλλά προφανώς μέσα στη βιασύνη να αρπάξει το δίδυμο Παπανδρέου – Παπακωνσταντίνου την πρώτη δόση… δεν το πρόσεξαν!
Επί της ουσίας, ο πρώην πρωθυπουργός εξακολουθεί να κάνει ότι δεν καταλαβαίνει.
Στην επιστολή του προς την τρόικα αποκαλεί «αναπάντεχη και παράλογη» την άνοδο του κόστους δανεισμού – ενώ ο υπουργός του μιλούσε για Τιτανικούς και ο ίδιος δεν έκανε τίποτε άλλο από το να συκοφαντεί συστηματικά τη χώρα, προκαλώντας ουσιαστικά ο ίδιος τα «αναπάντεχα» και τα «παράλογα».
Και να ήταν μόνο αυτό. Την ώρα που οι ίδιοι οι δανειστές μας ομολογούν ότι το πρόγραμμα που σχεδίασαν για την Ελλάδα απέτυχε διότι ήταν στραβό από γεννησιμιού του, ο κ. Παπανδρέου εμφανίστηκε να επιμένει πως το πρόγραμμα πέτυχε την αποφυγή της χρεοκοπίας, ενώ στο διάστημα της εφαρμογής του «επιτεύχθηκαν πολλοί στόχοι»!
Προφανώς, ούτε αυτό το έχει πληροφορηθεί. Δηλαδή ότι το πρόγραμμα μας οδήγησε στην χρεοκοπία, αύξησε χρέη και ελλείμματα, βύθισε την χώρα στην ύφεση (6,1% μας είπε ο ΟΟΣΑ), εκτίναξε την ανεργία και φτωχοποίησε τη χώρα.
Και το ακόμη χειρότερο: Ο κ. Παπανδρέου αποκαλεί «βελτιώσεις» όλες εκείνες τις αποφάσεις (Μαρτίου και Ιουλίου) που προκάλεσαν τελικά την επιλεκτική χρεοκοπία – με… μέγιστη βελτίωση τις αποφάσεις της 27ης Οκτωβρίου, που ο ίδιος θέλησε να θέσει σε δημοψήφισμα.
Επειδή δε ο δολοφόνος επιστρέφει συνεχώς στον τόπο του εγκλήματος, προσπαθεί να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους κατέβασε την ιδέα περί δημοψηφίσματος.
Ήταν αναγκαίο, λέει, «είτε ένα δημοψήφισμα που θα κινητοποιούσε την ελληνική κοινωνία στο σύνολο της, είτε μια κυβέρνηση που θα την στήριζε ένας ευρύτερος συνασπισμός κομμάτων, συμπεριλαμβανομένου του κόμματος της μείζονος αντιπολίτευσης»!
Προκάλεσε δηλαδή όλη αυτή την αναταραχή, για να αποκτήσει επιτέλους η Ελλάδα υπουργικό συμβούλιο πενήντα ατόμων που ΔΕΝ ΚΑΝΕΙ ΤΙΠΟΤΕ – εκτός από το να πρωταγωνιστεί σε δημόσιους διαπληκτισμούς.
Και… και… θεωρεί ο κ. Παπανδρέου «περιττό» να τονίσει ότι «παραμένουμε δεσμευμένοι στην εφαρμογή των πολιτικών του οικονομικού προγράμματος, όπως αυτές έχουν επικαιροποιηθεί, και ότι προσβλέπουμε στη συνεργασία με τους θεσμικούς μας εταίρους, την ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ, για την προετοιμασία και υλοποίηση του νέου τριετούς προγράμματος για το διάστημα 2012-2014, όπως αποφασίστηκε στις 26-27 Οκτωβρίου. Αυτό και θα γίνει με τρόπο, ώστε να τηρηθούν οι στόχοι τους οποίους συμφωνήσαμε στο πλαίσιο του πρώτου προγράμματος».
Πόθεν παρακαλώ είναι περιττό να τονιστεί κάτι τέτοιο; Εξαιτίας αθέτησης δέσμευσης δεν φτάσαμε ως εδώ;
Κι’ αν στην επιστολή προς τους εκπροσώπους της τρόικας και της ΕΚΤ ο κ. Παπανδρέου εμφανίζεται ως ο… αρχιτέκτονας της εθνικής συμφιλίωσης, στην επιστολή προς τους 26, δεν αντέχει να αποστεί από την τακτική της συκοφάντησης.
Υποστηρίζει πως ο ίδιος και η φοβερή και τρομερή κυβέρνησή του βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια «τριπλή αποτυχία»:
Την αποτυχία της προηγούμενης κυβέρνησης της χώρας να διαχειριστεί με υπευθυνότητα τον προϋπολογισμό και την οικονομία της – ενώ ο ίδιος τα διαχειρίστηκε όλα αυτά με απόλυτη υπευθυνότητα, όπως με απόλυτη υπευθυνότητα γινόταν η διαχείριση και από όλες τις κυβερνήσεις στις οποίες μετείχε (υπουργός από το 1985, για να μην ξεχνιόμαστε) συνεχώς και αδιαλείπτως.
Την αποτυχία των θεσμών της ΕΕ να διασφαλίσουν ότι ένα κράτος μέλος τηρεί τους κανόνες του Μάαστριχτ, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα βρισκόταν υπό δημοσιονομική επιτήρηση.
Αυτό πάλι δεν το καταλάβαμε – αν και ήδη τα εν Αθήναις υπουργικά παπαγαλάκια άρχισαν να το αναμεταδίδουν. Ποιοι κατά τη γνώμη του έπρεπε να ελέγχονται;
Πότε ήταν η Ελλάδα υπό δημοσιονομική επιτήρηση; Διότι τα κιτάπια της ΕΕ δείχνουν πως αυτή ξεκίνησε το 1997, κορυφώθηκε και επισημοποιήθηκε το 2004, την επομένη της ήττας του ΠΑΣΟΚ, ενώ η χώρα βγήκε από την επιτήρηση τον Ιούνιο του 2007, ακολούθησε η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 και ξαναμπήκαμε στην επιτήρηση το 2009.
Άλλωστε, είναι γνωστό πως το καλοκαίρι του 2004 γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η Κομισιόν έκανε την αυτοκριτική της, επιρρίπτοντας ευθύνες στις κυβερνήσεις Σημίτη που προκάλεσαν τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό και στον εαυτό της που δεν έκανε τους κατάλληλους ελέγχους, καθώς και στη Eurostat που δεν ήξερε τι της γινόταν!
Τρίτη αποτυχία, κατά τον κ. Παπανδρέου είναι αυτή της ευρωζώνης που δεν κατάφερε να προλάβει τα συστημικά προβλήματα του ευρώ, ρυθμίζοντας τις αγορές και το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Ώστε έτσι; Το πρόβλημα ήταν συστημικό; Και τότε γιατί επί δύο χρόνια δεν γίνεται άλλη δουλειά από την συκοφάντηση της χώρας, που τελικά μετατράπηκε στο μαύρο πρόβατο που αίρει τις αμαρτίες όλων;
Όσο για την αδυναμία εφαρμογής των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ο κ. Παπανδρέου την αποδίδει στο γεγονός ότι συνδυάστηκε με ένα βαρύ πρόγραμμα λιτότητας!
Και όχι στο γεγονός ότι μόλις τώρα, δύο χρόνια μετά, πήρε την απόφαση να ενοχλήσει τα χαϊδεμένα παιδιά του κόμματός του, δηλαδή τις ευρωβόρες και καταχρεωμένες ΔΕΚΟ.
Κατά τα λοιπά, καταλαμβάνεται και πάλι από το «Σύνδρομο Ποτέμκιν» παρουσιάζοντας μια εικονική πραγματικότητα.
Σε ενεστώτα διαρκείας, βέβαια, διότι οι ελεγκτές γνωρίζουν πως όλα είναι στον αέρα:
«Προχωρούμε τώρα γρήγορα στην ενίσχυση της ικανότητας εφαρμογής των αλλαγών, σε κρίσιμους τομείς όπως για παράδειγμα την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, τις ηλεκτρονικές προμήθειες για την ενίσχυση της διαφάνειας και την χρηστή διακυβέρνηση, τον περιορισμό της γραφειοκρατίας για τη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας, την αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης και της κατάρτισης, τη μεταρρύθμιση του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης που δεν είχε καταφέρει να διασφαλίσει ένα αίσθημα κράτους δικαίου, την αναδιοργάνωση των πολιτικών απασχόλησης, τη δημιουργία του κτηματολογίου, την αποτελεσματική απορρόφηση των πόρων της ΕΕ, ώστε να στηρίξουμε την περιφερειακή ανάπτυξη και τις Μικρές και Μεσαίες Επιχειρήσεις, την αξιοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων και της δημόσιας περιουσίας για να εγγυηθούμε τη δημιουργία θέσεων εργασίας, ιδιωτικές εγχώριες και ξένες επενδύσεις καθώς και τη μεταφορά τεχνογνωσίας»!
Στο σημείο αυτό, παίρνει κανείς μια βαθιά ανάσα και διαβάζει τι πρέπει να γίνει σε πανευρωπαϊκό επίπεδο:
«Ωστόσο, αυτό που χρειάζεται είναι μια συστηματική στρατηγική ανάπτυξης σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.
Μια ανταγωνιστική Ευρώπη σημαίνει επενδύσεις σε ποιότητα. Δεν μπορούμε να ανταγωνιστούμε απλώς στη βάση των τιμών και των μισθών.
Επενδύσεις σε πράσινη ενέργεια, πανευρωπαϊκά δίκτυα ενέργειας, ευρυζωνικά δίκτυα, υποδομές μεταφορών, εκπαίδευση και καινοτομίες ευρείας κλίμακας, θα ενοποιήσουν την αγορά μας, θα προσδώσουν συγκριτικά μας πλεονεκτήματα στην ήπειρό μας και θα απελευθερώσουν στο μέγιστο δυνατό βαθμό το δυναμικό των πολιτών μας και της βιομηχανίας μας. Η επένδυση αυτή θα φέρει επίσης ξανά θέσεις εργασίας καθώς και νέα έσοδα για τους προϋπολογισμούς μας.
Οι προϋπολογισμοί μας στην ΕΕ θα πρέπει να ενισχυθούν μέσω της υιοθέτησης ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, φόρου εκπομπών αεριών ρύπων και μέσω άλλων μέσων όπως τα ευρωομόλογα για επενδύσεις.
Τα λεγόμενα Ομόλογα Σταθερότητας που προτείνει η Επιτροπή δε θα σταθεροποιήσουν απλώς την ΕΕ έναντι των αγορών ομολόγων αλλά θα μοχλεύσουν επίσης την ικανότητά μας να προσελκύσουμε ιδιωτικά ή εθνικά κεφάλαια για επένδυση στο Ευρώ ως αποθεματικό νόμισμα όσο και για επενδύσεις σε προγράμματα υποδομών.
Παράλληλα πρέπει να εξετάσουμε σοβαρά και τάχιστα την ανάγκη καθιέρωσης δανειοδότη εσχάτης ανάγκης, ρόλο τον οποίο διαδραματίζουν σε άλλες αναπτυγμένες χώρες οι κεντρικές τράπεζες».
Και βέβαια, κριτική:
«Κινηθήκαμε με βραδύτητα στην προσπάθεια της εποπτεία και αναδιοργάνωσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ευρώπη, οπότε σήμερα οι τράπεζές μας για άλλη μια φορά 'παγώνουν' μετά την κρίση του 2008. Έχουν καταστεί αδύναμες να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία, βαθαίνοντας περισσότερο την κρίση ανάπτυξης και χρέους.
Παρά το ότι, στις αποφάσεις μας στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, συχνά καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι πρέπει να βελτιώσουμε τη δημοκρατική εποπτεία των οίκων αξιολόγησης, να τύχουν ρύθμισης τα συμβόλαια CDS, να καταπολεμηθεί η κερδοσκοπία, να αποκαλύψουμε τους φορολογικούς παραδείσους και να υπάρξει διαφάνεια στην περίπτωσή τους, στην πράξη δεν το κατορθώσαμε».
Σε άλλο σημείο της επιστολής – ποταμού, ο πρώην πρωθυπουργός δηλώνει υπέρ της συμμετοχής των ιδιωτών (!) – ξέρετε, της διαδικασίας που μας οδήγησε στην χρεοκοπία – αλλά συγχρόνως υποστηρίζει πως τον Οκτώβριο του 2010 «η Ελλάδα βρισκόταν σε καλό δρόμο» και «με τη συζήτηση για τη συμμετοχή των ιδιωτών, προκαλέσαμε μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Οι χώρες που έμοιαζαν πιο ευάλωτες αμέσως θεωρήθηκαν παθητικό για τους ιδιώτες επενδυτές», καθώς «οι αποφάσεις για τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα δημιούργησαν ένα τρομακτικό κλίμα στην Ελλάδα», με αποτέλεσμα αυτό να επηρεάσει «άμεσα και την πραγματική οικονομία, την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, την πίστη και το αίσθημα εμπιστοσύνης, τη θέληση του ελληνικού λαού να αντέξει τις θυσίες αλλά και την αποτελεσματικότητα του προγράμματος. Αυτό επίσης ενίσχυσε την άποψη ότι η Ελλάδα χρειαζόταν ένα νέο πρόγραμμα και διαγραφή του χρέους, αλλά και ταυτοχρόνως οδήγησε σε αυτό το συμπέρασμα».
Επομένως, συμφωνεί ή δεν συμφωνεί με την συμμετοχή των ιδιωτών; Άγνωστό. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου.
Ευτυχώς που στο τέλος μας λέει πως η Ελλάδα βρίσκεται σε περιοχή αλλαγών και «μιας πολλά υποσχόμενης Αραβικής Άνοιξης» και πάει η καρδιά μας στη θέση της.
Μπορεί να έχει πέσει πείνα, μπορεί να μην προλαβαίνουμε να πληρώνουμε χαράτσια, αλλά… συνορεύουμε με την Αραβική Άνοιξη!
πηγη elzoni
Υποθέτω πως απλώς θα έριξαν μια ματιά, διότι σίγουρα είχαν μεγαλύτερες σκοτούρες για να στήσουν ευήκοον ους στα ίδια και τα ίδια φληναφήματα.
Υποθέτω επίσης πως δεν τους ενδιέφεραν πραγματικά αυτές οι επιστολές, καθώς γνωρίζουν, έχουν ενημερωθεί, πως η «δέσμευση» αυτή μπορεί να αποδειχθεί άχρηστη πολύ σύντομα, αφού στο ΠΑΣΟΚ έχει ξεσπάσει λυσσαλέα μάχη διαδοχής – πολύ περισσότερο που και στις 27 Οκτωβρίου είχε δεσμευτεί με την υπογραφή του ο κ. Παπανδρέου, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να προκαλέσει την «κρίση του δημοψηφίσματος».
Υποθέτω τέλος, πως οι εκτός ευρωζώνης χώρες ούτε που έριξαν μια ματιά στην δική τους επιστολή, διότι ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΑΝΕΙΣΤΕΣ ΜΑΣ!
Ως γνωστόν, χρήματα μας δανείζουν μόνο οι 16 (πλην Ελλάδας δηλαδή) χώρες που ανήκουν στην ευρωζώνη. Με αυτές έχουμε υπογράψει το Μνημόνιο – αλλά προφανώς μέσα στη βιασύνη να αρπάξει το δίδυμο Παπανδρέου – Παπακωνσταντίνου την πρώτη δόση… δεν το πρόσεξαν!
Επί της ουσίας, ο πρώην πρωθυπουργός εξακολουθεί να κάνει ότι δεν καταλαβαίνει.
Στην επιστολή του προς την τρόικα αποκαλεί «αναπάντεχη και παράλογη» την άνοδο του κόστους δανεισμού – ενώ ο υπουργός του μιλούσε για Τιτανικούς και ο ίδιος δεν έκανε τίποτε άλλο από το να συκοφαντεί συστηματικά τη χώρα, προκαλώντας ουσιαστικά ο ίδιος τα «αναπάντεχα» και τα «παράλογα».
Και να ήταν μόνο αυτό. Την ώρα που οι ίδιοι οι δανειστές μας ομολογούν ότι το πρόγραμμα που σχεδίασαν για την Ελλάδα απέτυχε διότι ήταν στραβό από γεννησιμιού του, ο κ. Παπανδρέου εμφανίστηκε να επιμένει πως το πρόγραμμα πέτυχε την αποφυγή της χρεοκοπίας, ενώ στο διάστημα της εφαρμογής του «επιτεύχθηκαν πολλοί στόχοι»!
Προφανώς, ούτε αυτό το έχει πληροφορηθεί. Δηλαδή ότι το πρόγραμμα μας οδήγησε στην χρεοκοπία, αύξησε χρέη και ελλείμματα, βύθισε την χώρα στην ύφεση (6,1% μας είπε ο ΟΟΣΑ), εκτίναξε την ανεργία και φτωχοποίησε τη χώρα.
Και το ακόμη χειρότερο: Ο κ. Παπανδρέου αποκαλεί «βελτιώσεις» όλες εκείνες τις αποφάσεις (Μαρτίου και Ιουλίου) που προκάλεσαν τελικά την επιλεκτική χρεοκοπία – με… μέγιστη βελτίωση τις αποφάσεις της 27ης Οκτωβρίου, που ο ίδιος θέλησε να θέσει σε δημοψήφισμα.
Επειδή δε ο δολοφόνος επιστρέφει συνεχώς στον τόπο του εγκλήματος, προσπαθεί να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους κατέβασε την ιδέα περί δημοψηφίσματος.
Ήταν αναγκαίο, λέει, «είτε ένα δημοψήφισμα που θα κινητοποιούσε την ελληνική κοινωνία στο σύνολο της, είτε μια κυβέρνηση που θα την στήριζε ένας ευρύτερος συνασπισμός κομμάτων, συμπεριλαμβανομένου του κόμματος της μείζονος αντιπολίτευσης»!
Προκάλεσε δηλαδή όλη αυτή την αναταραχή, για να αποκτήσει επιτέλους η Ελλάδα υπουργικό συμβούλιο πενήντα ατόμων που ΔΕΝ ΚΑΝΕΙ ΤΙΠΟΤΕ – εκτός από το να πρωταγωνιστεί σε δημόσιους διαπληκτισμούς.
Και… και… θεωρεί ο κ. Παπανδρέου «περιττό» να τονίσει ότι «παραμένουμε δεσμευμένοι στην εφαρμογή των πολιτικών του οικονομικού προγράμματος, όπως αυτές έχουν επικαιροποιηθεί, και ότι προσβλέπουμε στη συνεργασία με τους θεσμικούς μας εταίρους, την ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ, για την προετοιμασία και υλοποίηση του νέου τριετούς προγράμματος για το διάστημα 2012-2014, όπως αποφασίστηκε στις 26-27 Οκτωβρίου. Αυτό και θα γίνει με τρόπο, ώστε να τηρηθούν οι στόχοι τους οποίους συμφωνήσαμε στο πλαίσιο του πρώτου προγράμματος».
Πόθεν παρακαλώ είναι περιττό να τονιστεί κάτι τέτοιο; Εξαιτίας αθέτησης δέσμευσης δεν φτάσαμε ως εδώ;
Κι’ αν στην επιστολή προς τους εκπροσώπους της τρόικας και της ΕΚΤ ο κ. Παπανδρέου εμφανίζεται ως ο… αρχιτέκτονας της εθνικής συμφιλίωσης, στην επιστολή προς τους 26, δεν αντέχει να αποστεί από την τακτική της συκοφάντησης.
Υποστηρίζει πως ο ίδιος και η φοβερή και τρομερή κυβέρνησή του βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια «τριπλή αποτυχία»:
Την αποτυχία της προηγούμενης κυβέρνησης της χώρας να διαχειριστεί με υπευθυνότητα τον προϋπολογισμό και την οικονομία της – ενώ ο ίδιος τα διαχειρίστηκε όλα αυτά με απόλυτη υπευθυνότητα, όπως με απόλυτη υπευθυνότητα γινόταν η διαχείριση και από όλες τις κυβερνήσεις στις οποίες μετείχε (υπουργός από το 1985, για να μην ξεχνιόμαστε) συνεχώς και αδιαλείπτως.
Την αποτυχία των θεσμών της ΕΕ να διασφαλίσουν ότι ένα κράτος μέλος τηρεί τους κανόνες του Μάαστριχτ, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα βρισκόταν υπό δημοσιονομική επιτήρηση.
Αυτό πάλι δεν το καταλάβαμε – αν και ήδη τα εν Αθήναις υπουργικά παπαγαλάκια άρχισαν να το αναμεταδίδουν. Ποιοι κατά τη γνώμη του έπρεπε να ελέγχονται;
Πότε ήταν η Ελλάδα υπό δημοσιονομική επιτήρηση; Διότι τα κιτάπια της ΕΕ δείχνουν πως αυτή ξεκίνησε το 1997, κορυφώθηκε και επισημοποιήθηκε το 2004, την επομένη της ήττας του ΠΑΣΟΚ, ενώ η χώρα βγήκε από την επιτήρηση τον Ιούνιο του 2007, ακολούθησε η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 και ξαναμπήκαμε στην επιτήρηση το 2009.
Άλλωστε, είναι γνωστό πως το καλοκαίρι του 2004 γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η Κομισιόν έκανε την αυτοκριτική της, επιρρίπτοντας ευθύνες στις κυβερνήσεις Σημίτη που προκάλεσαν τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό και στον εαυτό της που δεν έκανε τους κατάλληλους ελέγχους, καθώς και στη Eurostat που δεν ήξερε τι της γινόταν!
Τρίτη αποτυχία, κατά τον κ. Παπανδρέου είναι αυτή της ευρωζώνης που δεν κατάφερε να προλάβει τα συστημικά προβλήματα του ευρώ, ρυθμίζοντας τις αγορές και το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Ώστε έτσι; Το πρόβλημα ήταν συστημικό; Και τότε γιατί επί δύο χρόνια δεν γίνεται άλλη δουλειά από την συκοφάντηση της χώρας, που τελικά μετατράπηκε στο μαύρο πρόβατο που αίρει τις αμαρτίες όλων;
Όσο για την αδυναμία εφαρμογής των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ο κ. Παπανδρέου την αποδίδει στο γεγονός ότι συνδυάστηκε με ένα βαρύ πρόγραμμα λιτότητας!
Και όχι στο γεγονός ότι μόλις τώρα, δύο χρόνια μετά, πήρε την απόφαση να ενοχλήσει τα χαϊδεμένα παιδιά του κόμματός του, δηλαδή τις ευρωβόρες και καταχρεωμένες ΔΕΚΟ.
Κατά τα λοιπά, καταλαμβάνεται και πάλι από το «Σύνδρομο Ποτέμκιν» παρουσιάζοντας μια εικονική πραγματικότητα.
Σε ενεστώτα διαρκείας, βέβαια, διότι οι ελεγκτές γνωρίζουν πως όλα είναι στον αέρα:
«Προχωρούμε τώρα γρήγορα στην ενίσχυση της ικανότητας εφαρμογής των αλλαγών, σε κρίσιμους τομείς όπως για παράδειγμα την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, τις ηλεκτρονικές προμήθειες για την ενίσχυση της διαφάνειας και την χρηστή διακυβέρνηση, τον περιορισμό της γραφειοκρατίας για τη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας, την αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης και της κατάρτισης, τη μεταρρύθμιση του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης που δεν είχε καταφέρει να διασφαλίσει ένα αίσθημα κράτους δικαίου, την αναδιοργάνωση των πολιτικών απασχόλησης, τη δημιουργία του κτηματολογίου, την αποτελεσματική απορρόφηση των πόρων της ΕΕ, ώστε να στηρίξουμε την περιφερειακή ανάπτυξη και τις Μικρές και Μεσαίες Επιχειρήσεις, την αξιοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων και της δημόσιας περιουσίας για να εγγυηθούμε τη δημιουργία θέσεων εργασίας, ιδιωτικές εγχώριες και ξένες επενδύσεις καθώς και τη μεταφορά τεχνογνωσίας»!
Στο σημείο αυτό, παίρνει κανείς μια βαθιά ανάσα και διαβάζει τι πρέπει να γίνει σε πανευρωπαϊκό επίπεδο:
«Ωστόσο, αυτό που χρειάζεται είναι μια συστηματική στρατηγική ανάπτυξης σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.
Μια ανταγωνιστική Ευρώπη σημαίνει επενδύσεις σε ποιότητα. Δεν μπορούμε να ανταγωνιστούμε απλώς στη βάση των τιμών και των μισθών.
Επενδύσεις σε πράσινη ενέργεια, πανευρωπαϊκά δίκτυα ενέργειας, ευρυζωνικά δίκτυα, υποδομές μεταφορών, εκπαίδευση και καινοτομίες ευρείας κλίμακας, θα ενοποιήσουν την αγορά μας, θα προσδώσουν συγκριτικά μας πλεονεκτήματα στην ήπειρό μας και θα απελευθερώσουν στο μέγιστο δυνατό βαθμό το δυναμικό των πολιτών μας και της βιομηχανίας μας. Η επένδυση αυτή θα φέρει επίσης ξανά θέσεις εργασίας καθώς και νέα έσοδα για τους προϋπολογισμούς μας.
Οι προϋπολογισμοί μας στην ΕΕ θα πρέπει να ενισχυθούν μέσω της υιοθέτησης ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, φόρου εκπομπών αεριών ρύπων και μέσω άλλων μέσων όπως τα ευρωομόλογα για επενδύσεις.
Τα λεγόμενα Ομόλογα Σταθερότητας που προτείνει η Επιτροπή δε θα σταθεροποιήσουν απλώς την ΕΕ έναντι των αγορών ομολόγων αλλά θα μοχλεύσουν επίσης την ικανότητά μας να προσελκύσουμε ιδιωτικά ή εθνικά κεφάλαια για επένδυση στο Ευρώ ως αποθεματικό νόμισμα όσο και για επενδύσεις σε προγράμματα υποδομών.
Παράλληλα πρέπει να εξετάσουμε σοβαρά και τάχιστα την ανάγκη καθιέρωσης δανειοδότη εσχάτης ανάγκης, ρόλο τον οποίο διαδραματίζουν σε άλλες αναπτυγμένες χώρες οι κεντρικές τράπεζες».
Και βέβαια, κριτική:
«Κινηθήκαμε με βραδύτητα στην προσπάθεια της εποπτεία και αναδιοργάνωσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ευρώπη, οπότε σήμερα οι τράπεζές μας για άλλη μια φορά 'παγώνουν' μετά την κρίση του 2008. Έχουν καταστεί αδύναμες να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία, βαθαίνοντας περισσότερο την κρίση ανάπτυξης και χρέους.
Παρά το ότι, στις αποφάσεις μας στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, συχνά καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι πρέπει να βελτιώσουμε τη δημοκρατική εποπτεία των οίκων αξιολόγησης, να τύχουν ρύθμισης τα συμβόλαια CDS, να καταπολεμηθεί η κερδοσκοπία, να αποκαλύψουμε τους φορολογικούς παραδείσους και να υπάρξει διαφάνεια στην περίπτωσή τους, στην πράξη δεν το κατορθώσαμε».
Σε άλλο σημείο της επιστολής – ποταμού, ο πρώην πρωθυπουργός δηλώνει υπέρ της συμμετοχής των ιδιωτών (!) – ξέρετε, της διαδικασίας που μας οδήγησε στην χρεοκοπία – αλλά συγχρόνως υποστηρίζει πως τον Οκτώβριο του 2010 «η Ελλάδα βρισκόταν σε καλό δρόμο» και «με τη συζήτηση για τη συμμετοχή των ιδιωτών, προκαλέσαμε μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Οι χώρες που έμοιαζαν πιο ευάλωτες αμέσως θεωρήθηκαν παθητικό για τους ιδιώτες επενδυτές», καθώς «οι αποφάσεις για τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα δημιούργησαν ένα τρομακτικό κλίμα στην Ελλάδα», με αποτέλεσμα αυτό να επηρεάσει «άμεσα και την πραγματική οικονομία, την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, την πίστη και το αίσθημα εμπιστοσύνης, τη θέληση του ελληνικού λαού να αντέξει τις θυσίες αλλά και την αποτελεσματικότητα του προγράμματος. Αυτό επίσης ενίσχυσε την άποψη ότι η Ελλάδα χρειαζόταν ένα νέο πρόγραμμα και διαγραφή του χρέους, αλλά και ταυτοχρόνως οδήγησε σε αυτό το συμπέρασμα».
Επομένως, συμφωνεί ή δεν συμφωνεί με την συμμετοχή των ιδιωτών; Άγνωστό. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου.
Ευτυχώς που στο τέλος μας λέει πως η Ελλάδα βρίσκεται σε περιοχή αλλαγών και «μιας πολλά υποσχόμενης Αραβικής Άνοιξης» και πάει η καρδιά μας στη θέση της.
Μπορεί να έχει πέσει πείνα, μπορεί να μην προλαβαίνουμε να πληρώνουμε χαράτσια, αλλά… συνορεύουμε με την Αραβική Άνοιξη!
πηγη elzoni