Μετά τις θριαμβολογίες του Ιουλίου για τη νέα δανειοδότηση, η χώρα μας βρίσκεται σήμερα στη χειρότερη φάση από την έναρξη της κρίσης δημοσίου χρέους. Η πολιτική απόφαση των Ευρωπαίων ηγετών για τη νέα στήριξη βρίσκεται σε επαναδιαπραγμάτευση, με την Κυβέρνηση του κ. Παπανδρέου να παραμένει για μια ακόμα φορά παρατηρητής των εξελίξεων. Ο κατήφορος των τελευταίων εβδομάδων δεν ήρθε μόνος του, αλλά είναι προϊόν της παταγώδους αποτυχίας της να τηρήσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε και να διαχειριστεί τις αποφάσεις των ηγετών της ευρωζώνης της 21ης Ιουλίου.
Με την πλάτη στον τοίχο η κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. τρέχει τώρα να προλάβει. Ωστόσο, το πρόβλημα πλέον είναι ότι έχει καταστεί απολύτως αναξιόπιστη στα μάτια των εταίρων μας, που καθημερινά διαπιστώνουν, πως αγκιστρωμένη στις παθογένειες του παρελθόντος, που η ίδια εξέθρεψε, αδυνατεί να βγάλει την Ελλάδα από το αδιέξοδο. Η αδυναμία της κυβέρνησης να διαχειριστεί ή να διαπραγματευθεί οτιδήποτε επιβεβαιώνεται από την αμήχανη παρουσία του Πρωθυπουργού στην τρέχουσα Σύνοδο Κορυφής.
Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, δείχνουν ότι ο κ. Παπανδρέου έχει χάσει το παιχνίδι. Από την αρχή της δύσκολης πορείας του δημοσιονομικού προγράμματος, ποτέ δεν διεκδίκησε, ποτέ δεν υπερασπίστηκε αποτελεσματικά τα συμφέροντα της χώρας. Αντίθετα οι ίδιοι οι υπουργοί του δήλωναν δημόσια ότι «ο οποίος χρωστάει δεν δικαιούται και δεν μπορεί να διαπραγματεύεται». Έτσι όμως έβαλαν οι ίδιοι τη θηλιά γύρο από το λαιμό τους.
Στις Βρυξέλες αυτές τις μέρες παίζεται η τελευταία πράξη του δράματος για το ελληνικό δημόσιο χρέος. Ακόμα και αυτή την ύστατη στιγμή, ακόμα και αν δεν της δίνεται μια τέτοια δυνατότητα, η Ελληνική Κυβέρνηση οφείλει να διεκδικήσει σθεναρά μια βιώσιμη λύση για το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους και την νέα δανειακή σύμβαση. Μια λύση, που δεν θα οδηγεί την χώρα στην απώλεια της εθνικής της κυριαρχίας και τον ελληνικό λαό στην εξαθλίωση, αλλά θα προσφέρει μια αναπτυξιακή ορμή στην οικονομία και μια ανάσα στους πολίτες, που επιθυμούν ένα καλύτερο μέλλον.