Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2011

Τοποθέτηση Μαρίας Θεοχάρη για Περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, ρύθμιση αυθαιρέτων

Κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η σημερινή συζήτηση αφορά μία εξαιρετικά σημαντική νομοθετική πρωτοβουλία που εισάγει καινοτομίες, που αλλάζουν ριζικά το τοπίο στην αδειοδότηση περιβαλλοντικών έργων, αλλά και τη ρύθμιση των αυθαιρέτων. Πρόκειται για ένα νομοσχέδιο-τομή που κάνει πράξη όσα έπρεπε να έχουν γίνει εδώ και χρόνια, ανεξάρτητα από το πολιτικό κόστος, και θέτει τις προϋποθέσεις για ένα νέο ξεκίνημα στον τρόπο δόμησης στη χώρα μας με γνώμονα όχι το κέρδος, αλλά περιβαλλοντικές, πολεοδομικές και κοινωνικές παραμέτρους.
Όλοι γνωρίζουμε πόσο χρονοβόρα και συγχρόνως δαπανηρή είναι η διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης, με αποτέλεσμα πολλές φορές να είναι αποτρεπτική για κάθε είδους επένδυση. Υπάρχουν πολύπλοκες και χρονοβόρες διαδικασίες που απαιτούσαν πληθώρα γνωμοδοτήσεων και υπογραφών, προκειμένου να διαχέεται η ευθύνη και πολλές φορές μόνο το περιβάλλον δεν προστατεύεται τελικά.
Σήμερα το ΥΠΕΚΑ προχωρά στην αλλαγή του τρόπου αδειοδότησης και του συστήματος περιβαλλοντικών ελέγχων, με στόχο να υπάρχει ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος, ενώ συγχρόνως απλοποιεί τις διαδικασίες που απαιτούνται ως προς το χρόνο και τον αριθμό των έργων με τρόπο πιο ορθολογικό. Αυτό επιτυγχάνεται με την εισαγωγή διαδικασιών που εξασφαλίζουν καλύτερους περιβαλλοντικούς όρους, μείωση του διοικητικού κόστους, βελτίωση της ποιότητας των μελετών, θέτοντας νέες προδιαγραφές ανά έργο και κατηγορία μελέτης.
Αν σκεφθεί κανείς ότι σήμερα το σύνολο των φακέλων ξεπερνά τις 21 χιλιάδες ανά έτος, εκ των οποίων οι 13,5 χιλιάδες στις περιφέρειες, 7,5 χιλιάδες στις αποκεντρωμένες διοικήσεις και 650 στο ΥΠΕΚΑ, μπορεί κανείς να αντιληφθεί το μέγεθος του προβλήματος, ενώ για παράδειγμα στην Αυστρία, μια χώρα με τον ίδιο πληθυσμό με την Ελλάδα, που, όμως, είναι πρότυπο στην προστασία του περιβάλλοντος, διεξάγονται κατά μέσο όρο είκοσι τρεις μελέτες ανά έτος.
Ο μέσος χρόνος στη χώρα μας για την ολοκλήρωση περιβαλλοντικής αδειοδότησης, μελέτης και προμελέτης ξεπερνά τους είκοσι μήνες. Σε κάποια δε έργα, όπως εξόρυξη, ξεπερνά τα τρία χρόνια, ενώ στην Ευρώπη ο αντίστοιχος χρόνος είναι περίπου δέκα μήνες. Είναι πολύ θετικό, λοιπόν, ότι με το παρόν νομοσχέδιο ο αριθμός μειώνεται στις δύο χιλιάδες μελέτες ετησίως.
Σημαντική ρύθμιση είναι η απαλλαγή από τη διαδικασία αδειοδότησης έργων που έχουν τοπικές επιπτώσεις στο περιβάλλον: ξενοδοχεία, βιοτεχνίες, βιομηχανίες χαμηλής όχλησης κ.λπ. Η μελέτη θα αντικαθίσταται με πρότυπους περιβαλλοντικούς όρους που χορηγούνται αυτόματα. Καταργείται η προμελέτη, που μέχρι τώρα ήταν υποχρεωτική.
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό η μόνη καινοτομία του νομοσχεδίου. Έχουμε μείωση των έργων και δραστηριοτήτων που απαιτούν περιβαλλοντική αδειοδότηση, όπως αλυκές, φωτοβολταϊκά πάρκα, εκτυπωτικές δραστηριότητες, παραγωγή κρασιού. Σε αυτό συμβάλλει και η κατηγοριοποίηση των έργων και δραστηριοτήτων.
Δεν απαιτούνται πια οι συνυπογραφές άλλων Υπουργών. Καταργούνται οι αλληλοκαλυπτόμενες αδειοδοτήσεις, που αποτελούν γραφειοκρατικά βαρίδια για τις επιχειρήσεις και δημιουργούν συνθήκες διαφθοράς. Εισάγεται η δυνατότητα αξιολόγησης των μελετών από πιστοποιημένο σώμα, αλλά και η δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής της αίτησης.
Θεσπίζονται υποχρεωτικές τακτικές περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις, με αυτοψία σε όλα τα έργα που υπόκεινται σε περιβαλλοντική αδειοδότηση. Τέλος, θεσπίζεται η διενέργεια ειδικής οικολογικής μελέτης, όταν πρόκειται για περιοχή NATURA.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έρχομαι τώρα στο δεύτερο μέρος του νομοσχεδίου που ανατρέπει τα δεδομένα, ρυθμίζοντας ένα εξαιρετικά σύνθετο πρόβλημα, με περιβαλλοντικές και κοινωνικές διαστάσεις. Μιλάω για την αυθαίρετη δόμηση. Η αναποφασιστικότητα της πολιτείας και η δυσκολία στην τροποποίηση της πολεοδομικής νομοθεσίας και στην έκδοση των αδειών έχει καταστήσει την αυθαίρετη δόμηση εθνική πρακτική που τυγχάνει ευρείας αποδοχής. Έτσι συντηρείται ένας φαύλος κύκλος διαπλοκής πολιτών με κρατικές υπηρεσίες και πολλές φορές παρατηρούνται φαινόμενα εκβιασμού, που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την ανομία στο σύνολό της από δίκτυα υπηρεσιών κοινής ωφέλειας (Δ.Ε.Η., Ο.Τ.Ε.) μέχρι Αστυνομία και Πολεοδομία.
Η τελευταία ρύθμιση έγινε πριν από τριάντα χρόνια με το ν. 1337/1983, χωρίς αποτέλεσμα, αφού μόνο αποσπασματικά είδε το όλο ζήτημα. Σίγουρα το κράτος έχει ευθύνη για τη βλάβη και μέχρι σήμερα αδυνατούσε να την αποκαταστήσει, διότι δεν διέθετε τους απαραίτητους ελεγκτικούς μηχανισμού, για να εντοπίσει και να εφαρμόσει όλα τα τεχνικά, δομικά και διοικητικά μέσα.
Όταν δε η ευθύνη κατεδάφισης πέρασε στους ΟΤΑ, εκεί μεγαλούργησε η άναρχη δόμηση. Το κράτος, σύμφωνα με το Σύνταγμα, έχει την ευθύνη προστασίας του περιβάλλοντος και τη δημιουργία ομαλών συνθηκών διαβίωσης των πολιτών. Στο όνομα, όμως, του πολιτικού κόστους και λόγω έλλειψης πολιτικής βούλησης τα φαινόμενα αυτά οργίασαν.
Η πολιτεία οφείλει να τηρεί τις αρχές ισότητας των πολιτών, του κράτους δικαίου, της κοινωνικής και περιβαλλοντικής δικαιοσύνης. Το κράτος οφείλει να αντικαταστήσει το περιβαλλοντικό ισοζύγιο από την αυθαίρετη δόμηση. Και αυτό πρέπει να το κάνει, χωρίς συμβιβασμούς και δικαιολογίες. Και βέβαια, πρέπει, επιτέλους, να μπουν και κάποιες κόκκινες γραμμές.
Το νομοσχέδιο έρχεται, λοιπόν, όντως να λύσει το πρόβλημα με τρόπο ρεαλιστικό και δίκαιο και δεν το βλέπει μόνο από την εισπρακτική σκοπιά. Σίγουρα στη δύσκολη οικονομική συγκυρία που ζούμε δεν περισσεύουν πόροι. Όμως, περισσότερο προσεγγίζει το πρόβλημα από την περιβαλλοντική και πολεοδομική του διάσταση στη λογική της πράσινης ανάπτυξης και της αειφορίας.
Η ρύθμιση αποτελεί τομή, γιατί βάζει κόκκινες γραμμές για αιγιαλούς και δάση από εδώ και στο μέλλον. Προβλέπει ότι θα ακυρώνεται κάθε δικαιοπραξία για μεταβίβαση ακινήτου, στο οποίο υπάρχει αυθαίρετη δόμηση. Επιπλέον, προβλέπεται ένα πλήρες σύστημα ελέγχου με την υποχρέωση υποβολής δήλωσης των εμπλεκομένων. Καταγράφονται όλα τα αυθαίρετα ηλεκτρονικά, ώστε να επιτευχθεί ένας πολεοδομικός σχεδιασμός. Συγκροτείται ειδική υπηρεσία κατεδάφισης.
Το πρόστιμο που επιβάλλεται και κατατίθεται στο Πράσινο Ταμείο και που καθορίζεται με περιβαλλοντικά, πολεοδομικά και κοινωνικά κριτήρια εξισορροπεί τη βλάβη και σκοπό έχει τη βελτίωση της ζωής των πολιτών. Διότι, δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια η έλλειψη πρασίνου έχει αλλάξει το κλίμα, με αποτέλεσμα την αστική θέρμανση.
Είναι μια εξαιρετική νομοθετική πρωτοβουλία που έρχεται να βάλει τέλος στο καθεστώς της αυθαίρετης δόμησης που ταλανίζει την πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας εδώ και δεκαετίες. Συγχρόνως, βάζει τέλος σε ένα καθεστώς φαυλότητας και στρεβλότητας, προστατεύοντας και το περιβάλλον, αλλά και αναβαθμίζοντας τη ζωή των πολιτών.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι καιρός, επιτέλους, το κράτος να πάψει να είναι συνένοχος στην αυθαιρεσία. Είναι καιρός να δούμε το περιβάλλον ως προτεραιότητα, να πάψουμε να το καταπατούμε και να το καταστρέφουμε και να προσπαθήσουμε να επανορθώσουμε τη ζημιά που του έχουμε προκαλέσει. Είναι καιρός να απεμπλακούν όλες οι υπηρεσίες από την ατέρμονη γραφειοκρατία που φρενάρει την ανάπτυξη της χώρας. Γι’ αυτό και υπερψηφίζω το νομοσχέδιο.