Διαδοχικές συναντήσεις με τους προέδρους του Ιατρικού Συλλόγου Λάρισας κ. Ντ. Γιαννακόπουλο και του Φαρμακευτικού Συλλόγου Λάρισας κ. Γ. Μακρυγιάννης και το Δ.Σ. του ΦΣΛ είχε η βουλευτής Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ Ηρώ Διώτη, με αφορμή το πολυνομοσχέδιο για την Υγεία που κατέθεσε το Υπουργείο Υγείας, με το οποίο εμπορευματοποιείται η δημόσια υγεία, απαξιώνεται η επιστημονικότητα και ο ρόλος τόσο των γιατρών όσο και των φαρμακοποιών, ενώ παράλληλα υποβαθμίζεται η περίθαλψη και επιβαρύνονται οικονομικά περαιτέρω για υπηρεσίες που ήδη έχουν προπληρώσει οι πολίτες.
Οι δύο πρόεδροι επέδωσαν τα ψηφίσματα των Συλλόγων και είχαν την ευκαιρία να επισημάνουν αστοχίες αλλά και αντισυνταγματικές διατάξεις που υπάρχουν στο νομοσχέδιο.
Στο πλαίσιο των συναντήσεων, η βουλευτής επεσήμανε ότι τόσο με το πολυνομοσχέδιο για την υγεία όσο και με αυτό που προχωρά στο άνοιγμα των “κλειστών” επαγγελμάτων, επιχειρείται μία ευθεία επίθεση στον επιστημονικό κόσμο και συνολικά στη μεσαία τάξη, μετά τη διάλυση των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων, στην οποία έχει προχωρήσει η κυβέρνηση. Ζήτησε δε από τους εκπροσώπους των δύο κλάδων τη συμπόρευσή τους αλλά και να αναδείξουν τον κοινωνικό ρόλο που επιτελούν οι δύο χώροι, αφού οι όποιες αλλαγές επέλθουν εφόσον ψηφιστούν τα ν/σ, το κόστος, τόσο σε οικονομικό όσο και σε ουσιαστικό επίπεδο, θα μετακυλήσει τελικά και στην κοινωνία.
«Η κυβέρνηση, αξιοποιώντας την προσφιλή της τεχνική του κοινωνικού αυτοματισμού, επιχειρεί για μία ακόμη φορά να φωτογραφίσει στο πρόσωπο των γιατρών και των φαρμακοποιών, τους υπαιτίους για την κατάντια της οικονομίας» τόνισε μεταξύ άλλων η βουλευτής και κατέληξε: «Το πολυνομοσχέδιο για την υγεία δεν έρχεται να λύσει κανένα ουσιαστικό πρόβλημα του χώρου, αφού δημιουργούνται νέα καρτέλ στον χώρο των προμηθειών, οι υγειονομικές υπηρεσίες βαίνουν στην πλήρη ιδιωτικοποίησή τους ενώ το κράτος σταδιακά αποσύρεται από την υποχρέωσή του να χρηματοδοτεί το Εθνικό Σύστημα Υγείας, και τέλος, με το άνοιγμα του ήδη ανοικτού επαγγέλματος των φαρμακοποιών, το τελικό αποτέλεσμα θα είναι ο μαρασμός του φαρμακείου της γειτονιάς αλλά και η απογύμνωση της ελληνικής περιφέρειας από υπηρεσίες φαρμάκου αλλά και η είσοδος super market φαρμάκου από μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα. Επιτέλους, πρέπει να γίνει αντιληπτό, ότι η δημόσια υγεία δεν μπορεί να είναι εμπόρευμα και δε θα πρέπει να τυγχάνει τέτοιας διαχείρισης. Η άποψη που πρεσβεύουμε εμείς είναι ότι καμιά ενοποίηση των κλάδων υγείας δεν μπορεί να οδηγήσει σε αναβάθμιση των υπηρεσιών, αν δεν συνοδεύεται από μια συνολική αναδιάρθρωση της δομής και της λειτουργίας της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, με ένα ενιαίο σχέδιο ενταγμένο στην προοπτική της αναβάθμισης του δημόσιου τομέα».