Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2017

Από το φιλολογικό περιβόλι της Μίνας Στεργιοπούλου. «Τράγων ωδή και πολέμου ιαχή»

Τα χρυσαφένια σταροχώραφα της Ελλάδας είναι πλατιά όσο και ο κόσμος. Αν θελήσεις να τα περιδιαβείς, δεν θα προκάνεις.
Το ταξίδι σου θα ’χει τελειώσει.

Σχολιάζει ο Θεσσαλός Πολίτης-συγγραφέας Βάιος Φασούλας

«Τράγων ωδή και πολέμου ιαχή», είναι ο τίτλος του νέου βιβλίου της Μίνας Στεργιοπούλου, το οποίο μελέτησα πριν ακόμα εκδοθεί στην ηλεκτρονική του μορφή. Η αναφορά- πνευματική ανατομία που η συγγραφέας με τα επιστημονικά νυστέρια της ανοίγει τα κλειστά παραθύρια της… σύγχρονης Ελλάδας, μας οδηγεί στην Αρχαία Ελλάδα, στη μήτρα του πολιτισμού και ιδιαίτερα στην Αρχαία Ελληνική Τραγωδία. Για τον σύγχρονο νεοέλληνα αναγνώστη…, έτσι μας θέλουν…, το βιβλίο, «Τράγων ωδή και πολέμου ιαχή», αναμφισβήτητα αποτελεί έργο ρηξικέλευθο.
Παράλληλα με τη συγγραφέα, θα γενικεύσουμε λίγο το θέμα επισημαίνοντας τις αιτίες, τα πώς και τα γιατί έμεινε ο λαός μας μακριά από τη γνώση και δέχτηκε ή επέτρεψε την αλλοίωση των πολιτιστικών του αξιών, μετεβλήθη κατώτερος των περιστάσεων του ψυχικού του κόσμου έτσι που η εξέλιξή του να τον παρουσιάζει πότε θύμα και πότε θύτη.
Δε θα αναφερθώ στο βιογραφικό της Μίνας Στεργιοπούλου παρά μόνο με δυο λόγια, προκειμένου να εξάρω το θαυμασμό μου για τις σπουδές της, όπως στην κλασική φιλολογία στο πανεπιστήμιο Αθηνών, για το γεγονός ότι είναι υπ. διδάκτωρ (PhD) του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στον τομέα της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας, με ειδίκευση στο Αρχαίο Δράμα. Το 2012 τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο του κέντρου ερεύνης της ελληνικής λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών για μία συλλογή πρωτογενούς λαογραφικού και ιστορικού υλικού από την περιοχή της Θεσσαλίας. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος μάστερ στην αρχαία ελληνική γλώσσα και στο ερευνητικό έργο της περιλαμβάνονται μελέτες για τον Όμηρο, τον Αισχύλο, τον Σοφοκλή, τον Ευριπίδη, τον Αριστοφάνη, τα Κύπρια έπη, τον Κικέρωνα και τον Κάτουλλο και παν’ απ’ όλα, εκπονεί διδακτορική διατριβή με θέμα την Τραγωδία του Ευριπίδη.
Διαβάζοντας κανείς το βιβλίο της, όσο και αν φανεί περίεργο ή υπερβολικό - για τους αταξίδευτους και όχι μόνο στο Αρχαίο Θέατρο -, η εμπεριστατωμένη ανάλυση, πλαισιωμένη με ιστορικά στοιχεία ειδημόνων επί αρχαίων θεμάτων που δίνει στον αναγνώστη, τον οδηγεί στο μακρινό παρελθόν, εκεί που η Ελλάδα ΚΑΙ μέσα από την τραγωδία έγραφε τις ανεξίτηλες σελίδες της ιστορίας της. Οι νοερές στάσεις που θα κάνει στις σελίδες του βιβλίου, ο αναγνώστης, θα ζήσει το ζωντάνεμα των παραστάσεων της τραγωδίας που δίνει η συγγραφέας και το ρόλο του τραγωδού ποιητή, Ευριπίδη, ενός από τους τρεις μεγαλύτερους πρωταγωνιστές της τραγωδίας και του δράματος, του 5ου π.Χ. αιώνα στην Ελλάδα.
Ο αναγνώστης, ως ταξιδευτής, θα βρεθεί πολλές φορές ανάμεσα στο απώτερο παρελθόν και στο ζοφερό από κάθε άποψη παρόν και ίσως θελήσει να αντιπαρατεθεί στο φωτισμένο χτες με το σκοτεινό σήμερα. Ενδεχομένως να νιώσει και τη δική του ενοχή επειδή έχει παύσει να είναι διεκδικητής στα αυτονόητα…, έτσι που να μην του έχει αποδοθεί, ο επίσης αυτονόητος τίτλος του Πολίτη…, θα ανοίξει τα κλειστά παραθύρια της σημερινής Ελλάδας για να φωτιστεί το σκοτεινό θέατρο και οι ηθοποιοί της:
«Περισσότερο φως, ηλεκτρολόγε, στη σκηνή! Πως θες, δραματουργοί κι ηθοποιοί, να δείξουμε τ’ αντικαθρέφτισμα του κόσμου, μέσα στο μισοσκόταδο; Τούτο το σύθαμπο καλεί σε ύπνο. Ενώ εμείς θέλουμε ξύπνιους θεατές-κι ακόμα πιο πολύ: ξυπνούς! Κάν’ τους να ονειρευτούν στο πλέριο φως!…» (Μπ. Μπρεχτ).
Ένα από τα μελήματα της Νέας Τάξης Πραγμάτων, όπως αυτή παρουσιάζεται στην παγκόσμια οικονομική κρίση, ήταν η περιθωριοποίηση του πολιτισμού σε όλες του τις διαστάσεις. Πάνω σε αυτό, τον καθοριστικό ή καταλυτικό, αν θέλετε, πρωταγωνιστικό ρόλο, διαδραμάτισε ο απόλυτος Μοντερνισμός-Νεωτερισμός, τάση που όποιος δεν την ακολουθούσε και δεν την ακολουθεί, χαρακτηρίζεται άσχετος, αμόρφωτος, παλιομοδίτης. «Σύμμαχοι», αν μπορώ να χαρακτηρίσω, να εστιάσω και να εντάξω στο κέντρο λήψεων αποφάσεων του «σύγχρονου» κινήματος του Νεωτερισμού, υπήρξαν διάφορες ευρωπαϊκές ομάδες-κινήματα που επέδρασαν αρνητικά ή αποπροσανατολιστικά ως προς την συντριβή της μετάδοσης της μίμησης, της αντικειμενικότητας και του ρεαλισμό από την αρχαία τραγωδία στον 20ο όσο και στον 21ο αιώνα.
Η Αφηρημένη τέχνη, ο Φουτουρισμός, ο Εξπρεσιονισμός, ο Κυβισμός, οι τοπικές «πνευματικές» ελίτ…, φτάσανε και στον τόπο μας και αποτελούν μέρος πλέον του συστήματος…, και άλλα, ήταν και είναι οι κύριες αιτίες της πνευματικής, κοινωνικοοικονομικής όσο και ιστορικής αποδόμησή της.
Παρεμπιπτόντως, η Ελλάδα, σταδιακά και σιγά ώστε να μην πέσει στην αντίληψη των πολιτών, εξελίχτηκε από Χώρα Πολιτική, ως όφειλε να είναι, σε Χώρα κομματική. Ο πλούτος της έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης και μοιράστηκε σε επιτήδειους «πολιτικούς» οι οποίοι για τους «κόπους» τους, απολάμβαναν υψηλούς μισθούς και γεράζουνε στα έδρανα μέχρι σήμερα: «Σαράντα χρόνια είμαι βουλευτής…» λέει κάποιος με κομπασμό, δείχνοντας την πραγματική διάσταση της κομματοκρατίας και την λεηλατημένη νοημοσύνη των πολιτών.
Επιπλέον σε αυτές τις απαράδεκτες «πολιτικές» για τη Χώρα, συμμάχησαν τρεις γήινοι αστερισμοί: Ο Νεωτερισμός, ο Ματεριαλισμός και η Τέχνη. Από τη μια «στρατεύτηκαν» γιατροί, δικηγόροι, δημοσιογράφοι, εργολάβοι και άλλοι άλλων εκλεκτών επαγγελμάτων και από την άλλη, αθλητές, συγγραφείς, μουσικοί, τραγουδιστές κ.ά. όπως ηθοποιοί που σπούδασαν το δράμα. Προς χάρη του ατομικού συμφέροντος και τη γνωριμία τους με το κοινό, τα παράτησαν, «πολιτεύτηκαν», έγιναν βουλευτές και αρκετοί από ηθοποιοί της φτήνιας…, για να αναφερθούμε μόνο σε ένα κλάδο…, γίνανε και υπουργοί..!, υποβαθμίζοντας την ελληνική κοινωνία από τη μια και από την άλλη μετέβαλαν και το Πνευματικό Θέατρο σε θέατρο κλόουν και μασκαράδων. Ευτυχείς οι ελάχιστες εξαιρέσεις που αποτελούσαν και αποτελούν αναλαμπές και αστράμματα καλλιτεχνών που η ύλη όσο και ο «σύγχρονος» τρόπος ζωής, δεν μπόρεσαν να δαμάσουν.
Λοιπόν, άλλο λιγότερο και άλλο περισσότερο επηρέασαν την απαστράπτουσα γνησιότητα, την αυθεντικότητα, το κλασικό εν πάση περιπτώσει κάλλος και αίγλη των καλών τεχνών που μπορούσαν να αναπτυχτούν όχι μόνο στην Ελλάδα και στην ευρύτερη περιοχή της Ευρωπαϊκής Ηπείρου, αλλά σε ολόκληρο τον Πλανήτη.
Κερασάκι στην τούρτα του Νεωτερισμού αποτελεί μια έρευνα του αείμνηστου έλληνα ιστορικού, πολυβραβευμένου λογοτέχνη, Λάμπρου Μάλαμα ο οποίος στο ιστορικό του έργο, «Το Χρονικό της Άλωσης του Υπαρκτού Σοσιαλισμού»(1996, σελίδες 658), λίγο πριν τη λήξη του Β`Π.Π. αναφέρει μια συνάντηση κάπου στην Αυστρία του Τσόρτσιλ και του Αμερικανού διπλωμάτη Ντάλες. Γράφει μεταξύ άλλων και τούτα: «Θα τελειώσει ο πόλεμος, όλα θα τακτοποιηθούν. Κι εμείς θα ρίξουμε όλες τις δυνάμεις που έχουμε, όλα τα μέσα που διαθέτουμε, τα πάντα για να παραπλανήσουμε τους ανθρώπους… Από τη λογοτεχνία και την τέχνη, θα βγάλουμε την κοινωνική ουσία, θα ξεμάθουμε και θα αναγκάσουμε τους καλλιτέχνες να μην παρουσιάζουν την αλήθεια, την πραγματικότητα. Η λογοτεχνία, το θέατρο, ο κινηματογράφος θα δοξάζουν τα πιο χαμηλά ανθρώπινα συναισθήματα. Εμείς θα υποστηρίξουμε τους καλλιτέχνες, που θα εμφυτεύουν στη νεολαία τη λατρεία του σεξ, της βίας, του σαδισμού, της προδοσίας, της ανηθικότητας… Το βασικό στήριγμά μας θα είναι η νεολαία, την οποία θα διαφθείρουμε, θα τη χαλάσουμε, θα την κακοσυνηθίσουμε. Εμείς μέσα από τους νέους, θα κάνουμε κατασκόπους, κοσμοπολίτες. Ναι αυτά θα τα κάνουμε όλα εμείς…»
 Άραγε, όσα αναφέρθηκαν ως τώρα και όσα θα ακολουθήσουν, να αποτέλεσαν αφορμή για τη Μίνα Στεργιοπούλου, συγγραφέα-επιστήμονα, η συγγραφή του βιβλίου της «Τράγων ωδή και πολέμου ιαχή;»
 Σήμερα, στη «σύγχρονη» από κάθε άποψη κοινωνία μας σε ένα πρωτόγνωρο  αλαλούμ επικρατεί ένα προπαρασκευαστικό κλίμα που, εάν και εφόσον ο πολιτισμός με ό, τι συνεπάγεται δεν επανακτήσει τη θέση του, θα μας μεταβιβάσει στο απόλυτο χάος. Η απώλεια των πολιτιστικών, ιδιαίτερα, αξιών, αποτελεί την κύρια αιτία, την οποία ζούμε κάθε στιγμή σε όλες τις διαστάσεις της. Οι εκφάνσεις που αναδύονται και αιωρούνται σαν μεταδοτικός και ανίατος ιός στην ελληνική κοινωνία, είναι η μη συμμετοχή των Πολιτών στα δρώμενα…, απούσα ή εξουδετερωμένη η Εκκλησία του Δήμου…, ο «μοντέρνος» «καλλωπισμός» στον Λόγο, όπου και όπως αυτός παρουσιάζεται, γραπτός, προφορικός, θεατρικός, και πολιτικός, βεβαίως και η αναφορά της αγάπης προς την πατρίδα, η οποία, αγάπη, καθιστά τον πολίτη …εθνικιστή, παρεμπιπτόντως.
Ασφαλώς, όπως πληροφορούμαι από τις σελίδες του βιβλίου, και στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε πάντα και παντού αρμονία, χωρίς βέβαια να βάζει κανείς μέτρο σύγκρισης με τη σημερινή Ελλάδα. Εκείνο που εξείχε και διόρθωνε τα πράγματα ήταν οι παρεμβάσεις της Εκκλησίας του Δήμου, το δημοκρατικό και πνευματικό κύρος των φιλοσόφων και ποιητών. Για την αγάπη προς την πατρίδα και τους… υπερασπιστές αυτής, στις πρώτες σελίδες του βιβλίου, «Τράγων ωδή και πολέμου ιαχή», διαβάζουμε χαρακτηριστικό απόσπασμα της συγγραφέως…
«Ο ποιητής πάντως κατηγορήθηκε ότι συνέθεσε δύο έργα, τα οποία πέρα από την απήχηση της ιστορικής πραγματικότητας, ενέχουν στοιχεία που τα καθιστούν έργα εθνικής προπαγάνδας! Όμως, η αγάπη προς την πατρίδα για τον ποιητή δεν εξαντλείται σε έναν ηχηρό όσο και κούφιο πατριωτισμό, μια αγάπη που απορρέει από τον δεσμό της καταγωγής, της γέννησης. Με την πατρίδα δε μας συνδέει ένας επιφανειακός δεσμός, αλλά η πνευματική σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ πολίτη και πόλης….
«Ο Ευριπίδης όμως θεωρούσε τα ιδανικά του σημαντικότερα από το περιβάλλον του. Αγαπούσε την Αθήνα, γιατί Αθήνα σήμαινε ορισμένα πράγματα, κι αν η πραγματική Αθήνα έπαυε να σημαίνει αυτά τα πράγματα, τότε θα την έβγαζε απ’ την καρδιά του… Φαίνεται πως ο Ευριπίδης δεν αποσκοπεί μόνο στο να τονώσει το πατριωτικό αίσθημα των Αθηναίων και να εξάψει την εθελοθυσία τους στην ταραγμένη αυτή περίοδο, αλλά, δεδομένης της ιστορικής συγκυρίας, συνθέτει δύο έργα «φλογερού πατριωτισμού» δύο έργα που εξυμνούν το ιδανικό της φιλοπατρίας - και κατ’ επέκταση της αρετής - και όχι δύο έργα που υπηρετούν αμιγώς πολιτικές σκοπιμότητες. Ο ποιητής δε θα περιόριζε ποτέ τα κίνητρά του και τον ορίζοντα της φαντασίας του στον μίτο μιας πολιτικής σκοπιμότητας».
Άλλωστε, όπως ο γράφων αναφέρθηκε στο Νεωτερισμό και στις συν αυτώ συνοδοιπορούσες «πνευματικές» αιρέσεις, το κράμα των συντηρητικών, αντιδραστικών και λοιπών ευγενών, ασκούσαν μεγάλη πίεση και επιρροή στους συγγραφείς και διανοουμένους της εποχής… κάτι που η σημερινή εποχή του 21ου αιώνα, δεν στερείται.
Κατά την ταπεινή άποψη του γράφοντα, το ρηξικέλευθο βιβλίο της Μίνας Στεργιοπούλου, πέρα από το γεγονός ότι με την επιστημονική της γραφίδα ανοίγει διαύλους επαφής με το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα που θα μπορέσουν οι αδαείς πολίτες να πληροφορηθούν, κάθε σελίδα του βιβλίου της αποτελεί κι ένα μήνυμα.
Το Θέατρο της …σύγχρονης Ελλάδας ψυχορραγεί. Η ελληνική τραγωδία συντηρείται με πενιχρά μέσα, τη στιγμή που στα ξένα θέατρα αποθεώνεται. Οι ηθοποιοί ζούνε το ζοφερό της εποχής που η …οικονομική κρίση έχει δημιουργήσει. Ελάχιστες οι αναλαμπές των καλλιτεχνών κρατούν με τα δόντια το αριστούργημα των αιώνων. Το διαμορφωμένο κοινωνικό σύμπλεγμα σε… μοντέρνο, όπως έχει παρατηρηθεί πριν και μετά από τον προηγούμενο αιώνα, έχει αποβάλει πολλά από τα στοιχεία της ελληνικής τραγωδίας και όχι μόνο. Η επικράτηση στον Πλανήτη μας…, όλοι οι «ηγέτες» μιλούν για πρόοδο και ειρήνη και όλοι αποδεικνύονται δόλιοι, πολεμοχαρείς και συμφεροντολόγοι…, έφερε την ακμή της ατέρμονης και αφύσικης και ανήθικης και εγκληματικής κοινωνίας που έχει εξαπλωθεί και επιβιώσει. Ομάδες ή ελίτ, αν θέλετε, έχουν εγκλωβίσει και ελέγχουν όλα τα πόστα, από τον τελευταίο υπάλληλο μιας κοινότητας μέχρι την πολιτειακή κορυφή. Τα δε χαρακτηριστικά αυτών των ομάδων που αποτελούν τα υποπροϊόντα της καθεστηκυίας τάξης, είναι ο εκφαυλισμός και ο μερκαντιλισμός, νομενκλατούρες των δοκησίσοφων, της αδολεσχίας και άλλων καρικατούρων της «σύγχρονης» νεοελληνικής εποχής.
Αν ο αναγνώστης κάνει τις σκέψεις που ο νους του θα παράξει μέσα από το «Τράγων ωδή και πολέμου ιαχή» και αποκομίσει την εικόνα από τους ήρωες, τραγωδούς και καλλιτέχνες όλων των ειδών της αρχαίας Ελλάδας, αν δηλαδή επικρατούσε η μίμηση, η αντικειμενικότητα και ο ρεαλισμός στη «σύγχρονη» Ελλάδα, είναι παραπάνω από βέβαιο ότι η Ελλάδα του πνεύματος και του φωτός θα εξακολουθούσε να παράγει πολιτισμό και για τον εαυτό της. Αυτό το μήνυμα βγαίνει.
Σε κάθε περίπτωση ο απολίτιστος λαός, εκ των πραγμάτων μεταβάλλεται σε ξύλο απελέκητο. Κι εδώ, η διαχρονική απουσία-παραμερισμός της άμιλλας και της μίμησης έχει διαδραματίσει το δικό της αρνητικό ρόλο:
«Πάντως…,» όπως αναφέρει η συγγραφέας λίγο πριν το τέλος του βιβλίου…, «η συμμετοχή του λαού στην λήψη σημαντικών αποφάσεων είναι στοιχείο που εμφανίζεται και σε άλλους συγγραφείς, αρχαιότερους του Αισχύλου. Επί παραδείγματι, στην ομηρική εποχή εμφανίζονται ήρωες που συζητούν με τον λαό για θέματα υψίστης σημασίας, που αφορούν στην εξέλιξη της Τρωϊκής εκστρατείας. Αυτό σημαίνει ότι, ακόμη και σε εποχές που δεν είχε ακόμη διαμορφωθεί το δημοκρατικό πολίτευμα στον ελληνικό χώρο, δεν ανευρίσκουμε απολυταρχισμό ή υπερεξουσία επί του λαϊκού συνόλου».
Πριν κλείσω την ωραία κουβέντα που χάρη στο ιστορικό-πολιτιστικό βιβλίο το, «Τράγων ωδή και πολέμου ιαχή» μου πρόσφερε, θα προσθέσω πως, ιδιαίτερη αντίσταση οφείλουν να προβάλλουν οι άνθρωποι του Λόγου προκειμένου να διαφυλάξουν την πνευματική αγορά ώστε να μπορούν να εκθέτουν τα έργα τους σε ένα κοινό με ανεβασμένο το πνευματικό επίπεδο και όχι να τα βρίσκουν στα σούπερ μάρκετ ή και για περιτύλιξη βρώμικων υποδημάτων. Αυτό λέγεται κατάντια! Σε πολλούς η αρέσκεια περισσεύει όταν ακούν αναφορές πολιτιστικού περιεχομένου. Ελάχιστοι εκείνοι που πράγματι ανησυχούν για την τύχη των πολιτιστικών μας αξιών.
Για τα σημερινά αποκρουστικά και βάρβαρα δεδομένα, δεν θα πείραζε αν είχαμε μια Πατρίδα με τρύπια ποδιά, αλλά με ψυχή και νοικοκυρά. Τώρα έχουμε μια Πατρίδα «κούκλα» ή βιτρίνα, αλλά ορφανή και στείρα!.
Κλείνοντας, αφού σας ευχαριστήσω για την προσοχή σας, επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω τη συγγραφέα που είχε την καλοσύνη να μου στείλει το βιβλίο της σε ηλεκτρονική μορφή και από τούτη τη θέση τη συγχαίρω για την φιλολογική-επιστημονική της έρευνα και εμπεριστατωμένη παρουσία. Μια προσφορά ανεκτίμητη που με τη γοητεία της τέχνης της, αναδύει τον πολίτη από την αμάθεια και τον ταξιδεύει εκεί που γεννήθηκε το φως. Εύχομαι το βιβλίο της Μίνας Στεργιοπούλου, «Τράγων ωδή και πολέμου ιαχή» να έχει μια καλλίτερη τύχη. Επιβάλλεται· πριν του καθενός μας ταξίδι τελειώσει.
«Η επίκαιρη πραγματικότητα διαπερνά το έργο του Ευριπίδη και το καθιστά δίαυλο των κοινωνικών, πολιτικών και ηθικών ζητημάτων της εποχής. Και αν κατά τον σύγχρονό μας ποιητή  ο καλλιτέχνης  δεν εκφράζει την εποχή του, είναι ο ίδιος η εποχή του, τότε είναι απόλυτα λογικό  να τροφοδοτείται η έμπνευση του Ευριπίδη από τα ερεθίσματα και τις εμπειρίες ενός τόσο ένδοξου πολιτισμού αλλά και ενός τόσο μακροχρόνιου και ολέθριου πολέμου.
             Κατά την έκφραση της Romilly, «ενώ ο κλασικισμός διατήρησε από το έργο του μόνο τις ψυχολογικές πλευρές, τις οποίες ανέπτυξε κατά βούληση, o Ευριπίδης ξανάγινε της μόδας στις μέρες μας εξαιτίας των συλλογικών και πολιτικών πλευρών του» Δεν είναι τυχαίο ότι ο Sartre επέλεξε να διασκευάσει τις Τράδες  για το Εθνικό Λαϊκό Θέατρο (ΤΝΡ) την τραγωδία όπου περιγράφεται κατεξοχήν η δυστυχία του πολέμου και καταδικάζεται εξ ολοκλήρου ο πόλεμος.
             Η επικαιρότητα διεισδύει στο έργο του Ευριπίδη, πολλοί είναι οι στίχοι με επίκαιρες απηχήσεις, πολλές οι αιχμές εναντίον κοινωνικών και πολιτικών καταστάσεων. Όλα αυτά είναι άραγε αρκετά για να καταστήσουν έναν ποιητή στρατευμένο;
Αν ο ποιητής επέλεξε περισσότερο να θέτει ερωτήματα παρά να παγιώνεται σε θέσεις μέσω του έργου του, τότε δεν έχουμε  εμείς το δικαίωμα να περιορίσουμε το έργο του προσδίδοντάς του έναν τέτοιο χαρακτηρισμό.

Ε.Ε. –Τρίκαλα  Φεβρουάριος 05  2017   www.fasoulas.de    e-mail: vaios@fasoulas.de